Η κατάνυξη των ημερών μπροστά στα Θεία Πάθη, δεν επιτρέπει να προσθέσουμε παραφωνία που να οφείλεται στην ανθρώπινη φύση. Παραθέτω τον ύμνο ¨Τον ήλιο κρύψαντα» του Γεωργίου Ἀκροπολίτου. Ἦχος πλ. α´, που ψάλλεται μετά την περιφορά του Επιταφίου, όταν οι πιστοί εισέρχονται στον Ιερό Ναό.
Τὸν ἥλιον κρύψαντα τὰς ἰδίας ἀκτῖνας,
καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ διαρραγὲν τῷ τοῦ Σωτῆρος θανάτῳ
ὁ Ἰωσὴφ θεασάμενος, προσῆλθε τῷ Πιλάτῳ καὶ καθικετεύει λέγων·
Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ. Δός μοι τοῦτον τόν ξένον, ὃν ὁμόφυλοι μισοῦντες θανατοῦσιν ὡς ξένον. Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ξενίζομαι βλέπειν τοῦ θανάτου τὸ ξένον.
Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὅστις οἶδε ξενίζειν τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ξένους. Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν Ἑβραῖοι τῷ φθόνῳ ἀπεξένωσαν κόσμῳ.
Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ἵνα κρύψω ἐν τάφῳ, ὃς ὡς ξένος οὐκ ἔχει τὴν κεφαλὴν ποῦ κλίνῃ.
Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ἡ μήτηρ ὁρῶσα νεκρωθέντα, ἐβόα·
Ὦ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, εἰ καὶ τὰ σπλάγχνα τιτρώσκομαι καὶ καρδίαν σπαράττομαι νεκρόν σε καθορῶσα, ἀλλὰ τῇ σῇ ἀναστάσει θαρροῦσα μεγαλύνω.
Καὶ τούτοις τοίνυν τοῖς λόγοις δυσωπῶν τὸν Πιλᾶτον
ὁ εὐσχήμων λαμβάνει τοῦ Σωτῆρος τὸ σῶμα,
ὃ καὶ φόβῳ ἐν σινδόνι ἐνειλήσας καὶ σμύρνῃ κατέθετο ἐν τάφῳ
τὸν παρέχοντα πᾶσι ζωὴν αἰώνιον καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
Ο Ιωσήφ, όταν είδε τον ήλιο να κρύβει τις ακτίνες του και το καταπέτασμα του ναού να σχίζεται με το θάνατο του Σωτήρα, επισκέφθηκε τον Πιλάτο και τον παρακαλεί με αυτά τα λόγια: Δός μου αυτόν τον ξένο, ο οποίος από βρέφος ζούσε σ’ αυτόν τον κόσμο σαν αποξενωμένος και περιπλανώμενος. Δος μου αυτόν τον ξένο, τον οποίο μισώντας οι ομόφυλοί του θανατώνουν θεωρώντας τον ξένο. Δός μου αυτόν τον ξένο, του οποίου τον παράδοξο θάνατο βλέποντας νιώθω παράξενα. Δός μου αυτόν τὸν ξένο, ο οποίος ξέρει να περιποιείται τους φτωχούς και τους ξένους. Δος μου αυτόν τον ξένο, τον οποίο οι Εβραίοι από φθόνο τον αποξένωσαν από τον κόσμο. Δός μου αυτόν τον ξένο, για να τον κρύψω, στον τάφο αφού ως ξένος δεν έχει πού ν’ ακουμπήσει την κεφαλή του. Δός μου αυτόν τον ξένο, τον οποίο η Μητέρα του βλέποντας νεκρό φώναζε δυνατά: Ω Υιέ και Θεέ μου, αν και ο πόνος πληγώνει τα σπλάχνα μου και σχίζει την καρδία μου, όταν σε βλέπω νεκρό, όμως παίρνω θάρρος από την Ανάστασή σου και σε δοξάζω. Και με αυτά τα λόγια παρακαλώντας τον Πιλάτο ο άρχοντας Ιωσήφ λαμβάνει το σώμα του Σωτήρα. Αφού ευλαβικά το τύλιξε σε σεντόνι και το άλειψε αρώματα, κατέθεσε στον τάφο αυτόν που παρέχει σε όλους την αιώνια ζωή και το μέγα έλεος.
Καλή Ανάσταση σε όλους