Ο ανυποχώρητος υπερασπιστής της μεγαλύτερης και φονικότερης μάχης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Βασίλι Τσουικόφ, ο «Στρατηγός Πείσμα» του Στάλινγκραντ που έδωσε στους Ναζί ένα γερό ράπισμα!
H Μάχη του Στάλινγκραντ αποτέλεσε σημείο καμπής στην πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ένωσης, εξολοθρεύοντας πολύτιμες στρατιωτικές δυνάμεις του Γ’ Ράιχ και ταπεινώνοντας μια για πάντα τη γερμανική πολεμική μηχανή.
Η τρομακτικότερη σύρραξη του Β’ Παγκοσμίου, αλλά και ολόκληρης της στρατιωτικής ιστορίας, μέτρησε για τους Γερμανούς και τους συμμάχους τους 800.000 νεκρούς και τραυματίες (περισσότεροι από 300.000 νεκροί), ενώ οι Σοβιετικοί πλήρωσαν τη γενναία αντίστασή τους με 478.741 νεκρούς και 650.000 τραυματίες, στρατιώτες και πολίτες.
Πώς υποδέχθηκε ο στρατηγός Τσουικόφ τα νέα που τον έθεταν επικεφαλής της άμυνας του Στάλινγκραντ; «Ή θα κρατήσουμε την πόλη ή θα πεθάνουμε εδώ!», δήλωσε και ρίχτηκε με τα μούτρα στη μάχη.
Η οποία γινόταν συνήθως σώμα με σώμα, με τον πρώτο λόγο να παίρνουν οι ξιφολόγχες και οι χειροβομβίδες, και μαινόταν για περισσότερο από πέντε μήνες. Μια ήττα της τρομερής γερμανικής μηχανής θα σήμαινε πλήρη ανατροπή των ισορροπιών στον πόλεμο, γι’ αυτό και το ηθικό των Ρώσων ήταν στα ύψη παρά τις τραγωδίες και τις θηριωδίες.
Ο ηρωικός στρατηγός έδινε τις διαταγές του και παρέμενε στην πρώτη γραμμή του πυρός, πριν πάρει τελικά φαλάγγι τους Ναζί στο Ανατολικό Μέτωπο και καταλήξει στην καρδιά του Βερολίνου! Αμέσως μετά τη μάχη που έκρινε έναν πόλεμο, ο στρατηγός Τσουικόφ δήλωσε σε έναν πολεμικό ανταποκριτή του United Press που είχε αγκυροβολήσει μέσα στον Κόκκινο Στρατό:
«Ο Χίτλερ έριξε ό,τι καλύτερο είχε ενάντια στο Στάλινγκραντ. Δεν έκανε εκπτώσεις ούτε στην ποσότητα ούτε στην ποιότητα. Ήταν μια μάχη ζωής και θανάτου. Μας έκαναν συνεχώς επιθέσεις τεράστιες μάζες πεζικού, αρμάτων μάχης, πυροβολικού και αεροπλάνων. Οι δυνάμεις μας δεν ήταν ισάριθμες. Ο εχθρός ήταν ανώτερος σε όλα τα σημεία, όλο τον καιρό».
Με αυτά τα λόγια άρχισε να μιλά για την τεράστια σε έκταση και σημασία εποποιία του στο Στάλινγκραντ, για να συνεχίσει: «Ο γερμανός διοικητής χρησιμοποίησε την αγαπημένη του μέθοδο. Ήθελε να μας διαλύσει με ένα συντριπτικό χτύπημα. Νόμισαν πως δεν είχαμε αρκετά κότσια». Είχαν τελικά και με το παραπάνω, καθώς παρά τις απώλειες και τα πλήγματα, κατάφεραν να κρατήσουν ζωντανό τόσο το Στάλινγκραντ όσο και την ελπίδα για νίκη στον νέο παγκόσμιο πόλεμο που έβλεπε η οικουμένη.
«Πουθενά σε αυτόν τον πόλεμο δεν υπήρξαν τόσο αιματοβαμμένες μάχες σώμα με σώμα», είπε για τη Μάχη του Στάλινγκραντ, η οποία χαρακτηρίστηκε ιδιαιτέρως από μάχες εκ του συστάδην. Δεν ήταν δηλαδή «το είδος της μάχης που μαθαίνουμε στις στρατιωτικές ακαδημίες, όπου οι εχθροί συναντιούνται, μάχονται και μετά χωρίζουν».
«Εδώ κρατούσαμε ο ένας τον άλλο σε φονική λαβή», συνέχισε ο Τσουικόφ: «Η απόσταση ανάμεσα στα χαρακώματα ήταν από 20 ως 100 μέτρα. Η μεγαλύτερη απόσταση ήταν τα 150 μέτρα».
Ο τολμηρός στρατηγός είπε μετά πως οι άντρες του δεν ήταν απλά έτοιμοι να θυσιαστούν, αλλά θυσιάζονταν πρόθυμα για να πάρουν μαζί τους τον εχθρό: «οι άντρες μου καλούσαν από μόνοι τους το πυροβολικό να ρίξει, ώστε την ώρα που θα σκοτώνονταν από τα δικά μας όπλα, θα έπαιρναν 10 και 15 φορές περισσότερους Γερμανούς μαζί τους».
Ήταν μάλιστα ο στρατηγός Τσουικόφ αυτός που θα δεχόταν τη γερμανική παράδοση στο Βερολίνο την Πρωτομαγιά του 1945, όταν ο στρατηγός Χανς Κρεμπς, ο μόνος εν ενεργεία επιτελάρχης της Βέρμαχτ, πέρασε τη γραμμή του μετώπου και χαιρέτισε τον σοβιετικό ομόλογό του: «Σήμερα είναι Πρωτομαγιά, μια μεγάλη γιορτή και για τα δυο έθνη μας».
Ο Τσουικόφ τού έκοψε όμως τον βήχα: «Έχουμε μεγάλη γιορτή σήμερα», συμφώνησε, «το πώς είναι η κατάστασή σας εκεί πέρα όμως είναι δυσκολότερο να το πεις». Ο σκληροτράχηλος Σοβιετικός με το διαπεραστικό γέλιο, που όταν άνοιγε τα χείλη του φαίνονταν οι σειρές των χρυσών δοντιών του, είχε πάρει μάλιστα το παρατσούκλι «Στρατηγός Πείσμα» από τους άντρες του, κι αυτό για την ανυποχώρητη και ηρωική του στάση στο Στάλινγκραντ.
Μπαρουτοκαπνισμένος και σκυλί πραγματικό του πολέμου, έφερε στο σώμα του τέσσερες βαθιές ουλές από ισάριθμα τραύματα. Είχε επίσης υποστεί δύο διασείσεις στην καριέρα του, ενώ κάποια στιγμή αναγκάστηκε να πέσει με το αερόστατό του πίσω από τις σοβιετικές γραμμές όταν το αεροσκάφος που επέβαινε χτυπήθηκε από τους Ναζί.
Ο πολεμικός ανταποκριτής που ακολουθούσε πιστά τον Κόκκινο Στρατό στο Στάλινγκραντ, Henry Shapiro, θυμόταν πάντα τα λόγια του κατά τις πιο δύσκολες στιγμές της υπεράσπισης: «Δεν μπορείς να δεις πέρα από τα πέντε μέτρα! Φωτιά και καπνός μπλοκάρουν την όραση! Δεν μπορώ να πιστέψω ότι μια τέτοια κόλαση θα μπορούσε να ξεσπάσει στη γη».
Κι όμως μπορούσε…
Πρώτα χρόνια
Ο Βασίλι Ιβάνοβιτς Τσουικόφ γεννιέται στις 12 Φεβρουαρίου 1900 σε ένα χωριουδάκι στα ανατολικά της Μόσχας, μέσα σε φτωχή οικογένεια καλλιεργητών. Ήταν το όγδοο από τα δώδεκα παιδιά της αγροτικής φαμίλιας που δεν μπορούσε να τα θρέψει όλα. Κι έτσι σε ηλικία 12 ετών αναγκάζεται να τραβήξει τον δρόμο του.
Παρατά το σχολείο και πηγαίνει εργάτης σε φάμπρικα της Αγίας Πετρούπολης. Θα τον προλάβουν ωστόσο οι εξελίξεις, καθώς η Ρωσική Επανάσταση του 1917 θα τον αφήσει άνεργο. Ο μεγάλος του αδελφός, ήδη μπολσεβίκος, θα τον βάλει στις τάξεις των Ερυθροφρουρών, του ένοπλου προλεταριάτου της Επανάστασης δηλαδή, και την επόμενη χρονιά ο Βασίλι θα μεταπηδήσει στον Κόκκινο Στρατό.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση θα τον βρει στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού και θα πάρει μέρος σε πολλές μάχες του εμφυλίου με τον Λευκό Στρατό. Την άνοιξη του 1919, οι ηγετικές του ικανότητες θα τον φέρουν διοικητή του 40ού Συντάγματος της μεγάλης 5ης Στρατιάς του Κόκκινου Στρατού και θα δει και πάλι δράση στις εμφύλιες συρράξεις της Σιβηρίας αλλά και στα Ουράλια Όρη.
Η πολεμική δράση του συνταγματάρχη στον ρωσικό εμφύλιο θα του φέρει δύο μετάλλια γενναιότητας και ηρωισμού, καθώς είχε ήδη τραυματιστεί τέσσερις φορές. Ήταν μάλιστα το τραύμα του στην Πολωνία το 1920, όταν θραύσμα σφηνώθηκε στο μπράτσο του και παρά την εγχείρηση δεν μπόρεσαν να βγάλουν ποτέ, που θα του προκαλούσε σηψαιμία το 1981, καταλήγοντας σε περιπέτειες εννιά μηνών και στον θάνατό του τελικά.
Ο διοικητής συντάγματος ήταν πια μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και θέλησε να λάβει κανονική στρατιωτική εκπαίδευση. Το 1925 θα αποφοιτήσει λοιπόν από περίφημη μοσχοβίτικη στρατιωτική ακαδημία και θα περάσει από αρκετά ανώτερα σχολεία πολέμου της ΕΣΣΔ.
Ως διοικητής της 4ης Στρατιάς πήρε μέρος στη σοβιετική εισβολή στην Πολωνία το 1939 και επίσης ως διοικητής Στρατιάς (της 9ης) πολέμησε στον Ρωσο-Φινλανδικό Πόλεμο του 1939 (Πόλεμος του Χειμώνα). Παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις του ηττήθηκαν από τους Φινλανδούς σε δύο ξακουστές μάχες, ο ίδιος διασώθηκε ως στρατιωτικός καριέρας.
Θα τον στείλουν πάντως για ένα καλό διάστημα στην Κίνα ως στρατιωτικό σύμβουλο του Τσιανγκ Κάι Σεκ, προέδρου της χώρας από το 1928, αν και τον Μάιο του 1942 ο Στάλιν θα τον ανακαλέσει εσπευσμένα στη Μόσχα…
Η Μάχη του Στάλινγκραντ
Το ημερολόγιο έγραφε 23 Αυγούστου 1942 όταν ο Χίτλερ διέταξε την άμεση επίθεση κατά του Στάλινγκραντ. Ο πολυπόθητος στόχος δεν χωρούσε εκπτώσεις: 22 μεραρχίες, περισσότερα από 700 αεροπλάνα, 500 άρματα μάχης, 1.000 όλμοι και 1.200 κανόνια αφοσιώθηκαν στον σκοπό της κατάληψης της πόλης.
Ο Τσουικόφ αντιπαρέταξε την περιβόητη δήλωσή του: «Ή θα κρατήσουμε την πόλη ή θα πεθάνουμε εδώ!». Η Μάχη του Στάλινγκραντ, μια ολόκληρη σειρά πολεμικών συγκρούσεων που κράτησαν από τον Αύγουστο του 1942 ως τις αρχές Φεβρουαρίου του 1943 στα περίχωρα αλλά και το κέντρο της πόλης, ήταν αποφασιστικής σημασίας για την έκβαση του πολέμου.
Ο Χίτλερ ήθελε διακαώς το μεγάλο βιομηχανικό κέντρο στις όχθες του ποταμού Βόλγα (ζωτικής σημασίας θαλάσσιου δρόμου μεταξύ Κασπίας Θάλασσας και ρωσικής ενδοχώρας), η κατοχή του οποίου θα εξασφάλιζε τα νώτα των γερμανικών δυνάμεων που θα εφορμούσαν έτσι στον πετρελαιοπαραγωγό Καύκασο.
Οι πρώτες επιθέσεις των στρατηγών Μαξιμίλιαν φον Βάιχς και Φρίντριχ Πάουλους στις 28 Ιουνίου και οι εύκολες νίκες τους έκαναν τον Χίτλερ να πιστέψει πως θα έπαιρνε το Στάλινγκραντ «περίπατο». Αποδυνάμωσε λοιπόν τον στρατό του, αποσύροντας τον Βάιχς. Η ευθύνη έπεφτε πια αποκλειστικά στην 6η Στρατιά του Φον Πάουλους, ο οποίος έβρισκε απέναντί του την 62η Στρατιά του Κόκκινου Στρατού υπό τις διαταγές του Τσοικόφ.
Οι δυνάμεις του ήταν σαφώς λιγότερες και χειρότερα εξοπλισμένες από τις γερμανικές, ο ίδιος έφτιαξε ωστόσο τις οχυρώσεις του μέσα σε κατοικημένες περιοχές, αποφεύγοντας μαεστρικά το ανοιχτό πεδίο. Η πραγματική Μάχη του Στάλινγκραντ άρχισε στις 23 Αυγούστου με καταιγιστικό βομβαρδισμό από τη Λουφτβάφε. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα, το 80% της κτιριακής υποδομής της πόλης ήταν ερείπια.
Τις πρώτες μάλιστα μέρες του Σεπτεμβρίου, τα χερσαία τμήματα της Βέρμαχτ είχαν περικυκλώσει σχεδόν όλη την πόλη. Ο Τσουικόφ επέλεξε και πάλι να αμυνθεί μέσα στην πόλη και για τους επόμενους τρεις μήνες το κατεστραμμένο Στάλινγκραντ θα γινόταν θέατρο σκληρών συγκρούσεων, πρωτοφανούς αγριότητας, αλλά και ανείπωτου ηρωισμού.
Δρόμοι, οικοδομικά τετράγωνα, ακόμη και μεμονωμένα κτίρια διεκδικούνταν πόντο τον πόντο σε μάχες εκ του συστάδην. Η κατάληψη λίγων τετραγωνικών μέτρων σε ένα από τα ελάχιστα άθικτα κτίρια του Στάλινγκραντ κόστιζε εκατοντάδες νεκρούς, κι αυτή ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στην ανοχύρωτη πόλη.
Στα μέσα Οκτωβρίου μάλιστα η κατάσταση των αμυνόμενων έγινε ακόμα χειρότερη, καθώς δυσκόλεψε ο ανεφοδιασμός από τον Βόλγα. Οι Σοβιετικοί βρήκαν ωστόσο τα ψυχικά αποθέματα για μια τελευταία, ύστατη αντεπίθεση, παρά το γεγονός ότι ως τον Νοέμβριο το 90% του Στάλινγκραντ ήταν ένας σωρός ερειπίων κάτω από τον έλεγχο των Γερμανών. Ο Τσουικόφ δεν είχε πει όμως την τελευταία του λέξη!
Στις 19 Νοεμβρίου εκδηλώνεται η σοβιετική «Επιχείρηση: Ουρανός», όταν οι μονάδες του στρατηγού Νικολάι Βατούτιν σημείωσαν απόλυτη επιτυχία στους στόχους τους. Οι Γερμανοί εγκλωβίστηκαν σύντομα μέσα σε μια περιοχή λίγων τετραγωνικών χιλιομέτρων και τώρα ήταν αυτοί περικυκλωμένοι. Οι Σοβιετικοί τούς κάλεσαν μάλιστα να παραδοθούν, ο Χίτλερ απέρριψε ωστόσο κάθε συζήτηση. Ως τις 2 Φεβρουαρίου 1943, η υπεράσπιση του Στάλινγκραντ είχε μετατραπεί σε σφαγή των επιτιθέμενων. Την ίδια μέρα παραιτήθηκε ο στρατάρχης εντωμεταξύ Πάουλους και οι 22 στρατηγοί του και όλα πήραν τέλος για τον Χίτλερ στην ΕΣΣΔ.
Ο Τσουικόφ πήρε στο κυνήγι τις άτακτες γερμανικές ορδές, αν και η ηρωική του εποποιία δεν θα τέλειωνε εδώ. Μετά ακολούθησαν οι επικές μάχες για την απελευθέρωση της Ένωσης, την κατάληψη της Πολωνίας και την εισβολή στο Βερολίνο τελικά, όπου οι άντρες του Τσουικόφ βρέθηκαν και πάλι στην πρώτη γραμμή του πυρός. Το πέρασμά του από τη Λευκορωσία στην Πολωνία χαρακτηρίστηκε αριστουργηματικό σε όρους προέλασης, καθώς τα στρατεύματά του κάλυπταν τεράστιες αποστάσεις τη μέρα.
Την 1η Μαΐου 1945, με τον Κόκκινο Στρατό του να επιχειρεί στο κέντρο του Βερολίνου, ήταν ο πρώτος αξιωματικός των Συμμάχων που πληροφορήθηκε για την αυτοκτονία του Χίτλερ, όπως του εξομολογήθηκε ο Χανς Κρεμπς αφού πλησίασε διστακτικά στο σοβιετικό στρατηγείο με τη λευκή σημαία υψωμένη…
Μεταπολεμικά
Αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου, ο Τσουικόφ ανέλαβε τη στρατιωτική διοίκηση των σοβιετικών δυνάμεων κατοχής της Ανατολικής Γερμανίας. Το 1953 του εμπιστεύτηκαν τη στρατιωτική διοίκηση του Κιέβου και δύο χρόνια αργότερα (11 Μαρτίου 1955) πήρε τον βαθμό του αρχιστράτηγου.
Όταν επέστρεψε στη Μόσχα το 1960, έγινε αρχηγός Στρατού Ξηράς της ΕΣΣΔ μέχρι το 1964. Ταυτοχρόνως, ήταν μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Άμυνας της χώρας ως τη συνταξιοδότησή του το 1972. Από το 1961 ως τον θάνατό του το 1982, ήταν επίσης μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος. Όσο για τα παράσημα στο πέτο του, αρκεί να αναφέρουμε ότι είχε κρεμασμένη την ανώτερη σοβιετική στρατιωτική τιμή και μάλιστα εννιά φορές!
Ο Τσουικόφ ήταν μέλος της επίσημης σοβιετικής αντιπροσωπείας που επισκέφθηκε τις ΗΠΑ το 1969 για την κηδεία του πρώην προέδρου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, τον οποίο γνώριζε καλά ο Τσουικόφ από τα χαρακώματα του Β’ Παγκοσμίου.
Τα στερνά του τα πέρασε ασχολούμενος ενεργά με το ηρώο που στήθηκε στο Στάλινγκραντ για τους πεσόντες. Πριν κλείσει τα μάτια του στις 18 Μαρτίου 1982, έπειτα από τη σηψαιμία που υπέστη εξαιτίας εκείνου του παλιού θραύσματος που έφερε στο κορμί του από τα είκοσι, ζήτησε να ενταφιαστεί στην πόλη τη μοίρα της οποίας τόσο είχε σφραγίσει.
Για το σημαδιακό Στάλινγκραντ είπε πριν φύγει από τον κόσμο: «Αν κάποιος μας επιτεθεί ξανά, θα υπάρξει ένα νέο Στάλινγκραντ, αλλά αυτό το Στάλινγκραντ θα είναι μακριά, κάπου στη Δύση»…