Κατά τη γιορτή των Θεοφανείων, μετά την οριζόμενη εκκλησιαστική ακολουθία, είθισται σε διάφορα μέρη, να αγιάζονται τα νερά. Στη Βέροια, η οποία διαρρέεται από τον Τριπόταμο και έχει πλούσιους υδάτινους πόρους δε θα μπορούσε ο αγιασμός των υδάτων να γίνεται μόνο εντός των ναών της πόλης.
Ήδη από τα χρόνια της οθωμανοκρατίας και συγκεκριμένα από το 1869 μετά την μεγαλόπρερη ακολουθία που τελούνταν στο μητροπολιτικό ναότης πόλης, πλήθος κόσμου, με πρώτο το μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης και το ιερατείο του, κατευθύνονταν στις ροές του Τριποτάμου στο σημείο της γέφυρας Καραχμέτ. Λίγα χρόνια αργότερα το σημείο ρίψης του Τιμίου Σταυρο μετατοπίστηκε στην παραπάνω γέφυρα τη λεγόμενη του Φούρναρη, απ’ όπου υπάρχουν και ορισμένες φωτογραφίες που επιβεβαιώνουν τις πληροφορίες. Τέλος, τα επόμενα χρόνια το σημείο ρίψης του Σταυρού μετατοπίστηκε ακόμη μία φορά στη γέφυρα του Χατζηκάβουρα, στην περιοχή Μουαρίφ. Στο ίδιο σημείο τελείται ο αγιασμός των υδάτων μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με το τελετουργικό ο μητροπολίτης το πρωί τελούσε τη Θεία Λειτουργία στο μητορπολητικό ναό. Από εκεί με πομπλή κατευθυνόταν συνοδευόμενος από το ιερατείο και το πλήθος μέσω της οδού Κεντρικής στη γέφυρα του Χατζηκάβουρα, όπου γινόταν η ρίψη του Τιμίου Σταυρού. Ακολούθως, η πομπή επέστρεφε στον ναό του Πολιούχου Αγίου Αντωνίου, όπου εκφωνούνταν ο πανηγυρικός της ημέρας. Από το 1970, περίπου, ο μητροπολίτης λειτουργεί στο ναό του Πολιούχου και από εκεί με πομπή κατευθύνεται στην ίδια περιοχή για τον αγιασμό των υδάτων.
Την ευλαβική αυτή θρησκευτική συνήθεια των Βεροιωτών από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι και τα χρόνια του Μεσοπολέμου περιγράφει ο Αναστάσιος Χριστοδούλου στο έργο του Ιστορία της Βέροιας. Από αυτό παρατίθεται το παρακάτω απόσπασμα:
ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ
Η μεγάλη αυτή έορτή τής Χριστιανοσύνης ήτο διά την Βέροιαν μία ξεχωριστή και πανηγυρική θρησκευτική τελετή, καθ’ ην το Ελληνικόν στοιχειον επεδεικνύετο τρόπον τινά εις τούς Τούρκους, έν όλη τη αίγλη τη λαμπρότητι και μεγαλοπρεπεία.
Η κατάδυσις του Τιμίου Σταυρού εθεσπίσθη το πρώτον υπό του Μητροπολίτου Βενεδίκτου το 1869 να γίνεται εις τον Τριπόταμον που διασχίζειτην πόλιν μας, από της γεφύρας της «Καρχμέτης». Λόγω όμως του ακαταλλήλου της τοποθεσίας μετετοπίσθη εις το «Κιόσκι», όπου σήμερον το Ε΄ Δημοτικόν Σχολειον. Αργότερον προετιμήθη η παρά το «Μουαρίφ» αμφιθεατρική και απέραντος τοποθεσία όπου συνεχίζεται έκτοτε μέχρι σήμερον.
Ο Τίμιος Σταυρός, ερρίπτετο υπό του Αρχιερέως από της γραφικής και μεγαλοπρεπούς, λίθινης διτόξου γεφύρας του ποταμού, παρασυρθείσης υπό της τελευταίας πλημμύρας το 1935 και μήπω μέχρι σήμερον ανεγερθείσης.
Η θέα την οποίαν ενεφάνιζεν ο ποταμός, αι πλαγιαί και το αμφιθεατρικόν σύνολον, ήτο φαντασμαγορική, με τας ποικίλας αμφιέσεις των Βεροιωτών και Βεροιωτισσών. Τα φέσια των ανδρών παρουσίαζον λειμώνα από κατακόκκινες παπαρούνες, αι δε εορτάσιμοι στόλαι των γυναικών, πίνακα αφαντάστου ζωγραφικής, ζωηρών και ποικίλων χρωμάτων.
Περιστεραί κρατούμεναι υπό των μικρών, απελύοντο εν καιρώ και πορτοκάλια πάμπολλα ερρίπτοντο εις τον ποταμόν, μετά την έξοδον δε των δυτών εκ του ποταμού έφιπποι αναμένοντες την στιγμήν, εναγωνίως, εισήρχοντο εις τον παταμόν θριαμβευτικώς.
Επί Τουρκοκρατίας η πομπή εγίνετο εν πάση μεγαλοπρεπεία πλαισιουμένη υπό των αρχών και στρατού ένθεν και ένθεν τιμητικώς παρακολουθούντος. Οι Τούρκοι μ’ όλον ότι δεν εχώνευον την επίδειξιν των «Γκιαούρηδων», εν τούτοις εκ περιεργείας, παρίσταντο εις την τελετήν, νιπτόμενοι μετά τον αγιασμόν των υδάτων, πίνοντες και γεμίζοντες στάμνες ηγιασμένου ύδατος.
Η πομπή επιστρέφουσα εν κατανύξει κατέληγεν εις τον περίβολον του Αγίου Αντωνίου, όπου ο Αρχιερεύς από της κλίμακος του εξώστου του Ηγουμενείου εξεφώνει κατάλληλον τη ημέρα λόγον.
Η περιφορά του Τιμίου Σταυρού ανά την πόλιν εγίνετο αυθημερόν υπό της Εφορίας των σχολείων, υπέρ των εκπαιδευτηρίων μας. Οι δίσκοι επληρούντο νομισμάτων, τα όποια οι Βεροιείς ευχαρίστως προσέφερον, γνωρίζοντες ότι ταύτα θα εδαπανώντο, προς μόρφωσιν και έκπαίδευσιν των τέκνων των. Ενώ σήμερον τούτο κατήντησεν εκμετάλλευσις υπό των δυτών. Οι νεωκόροι μετά την τελετήν διένειμον κατ’ οίκον τα εις τας εξέδρας του αγιασμού πορτοκάλια ευχόμενοι το «έτη πολλά» και δεχόμενοι το σχετικόν φιλοδώρημα.
Αναστάσιος Εμμ. Χριστοδούλου, Ιστορία της Βέροιας, Βέροια, 1960, 99.