Λογοτεχνία
Κούλα Αδαλόγλου “Εποχή αφής”
ΕΠΟΧΗ ΑΦΗΣ- Κούλα Αδαλόγλου, Εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2016.
Τρεις φωνές. Μία σύνθεση. Ένα μικρό μυθιστόρημα σε στίχους. Και κάθε ποίημα αυτόνομο.Ένα ιδιόμορφο τρίγωνο. Ένας άντρας, μία γυναίκα, μία σχέση από απόσταση και μία τρίτη φωνή, η συγγραφέας-ποιήτρια. Και η μαγική διαδικασία της γραφής, η βαθμιαία εμπλοκή και συμμετοχή του ποιητή στην δράση των ίδιων του των χαρακτήρων. Ή μήπως τους αγάπησα πολύ; αναρωτιέται. Και αυτός ο στίχος- ο τελευταίος στην συλλογή- συνοψίζει όλη την περιπέτεια της γραφής. Χλόη Κουτσουμπέλη
ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ…(Α’ ΦΩΝΗ)
Της διευκόλυνσης
της ευκαιρίας;
Όχι της ανάγκης
της επιθυμίας;
Κόβουν πολύ τα γυαλιά
της θρυμματισμένης ψευδαίσθησης.
.———————————————————————-
ΛΕΣ ΠΩΣ (Α’ ΦΩΝΗ)
Μου λείπουν οι μέρες σου, σου το λέω, μου δίνεις
πενταροδεκάρες.
.
Ζητάς επιείκεια, στράγγισα.
Μαζεύεις ματαιώσεις και διαψεύσεις
μου λες πως φεύγεις
το στομάχι μου καίγεται
βάζω τα pros βάζω τα cons, άκρη δεν βγάζω
μόνο μουγκρίζω τις νύχτες τις σάρκες μου σκίζοντας
σε νοσηρές εξόδους
μόνο μουγκρίζω τις νύχτες τις λέξεις μου μπήγοντας
σε αιχμηρά μέιλ.
.
Φιλιά αποχαιρετισμού λες,
απελπισμένα φιλιά της απώλειας λέω.
————————————————————————————
Β’ ΦΩΝΗ
Μπορεί να στέλνεις μηνύματα, ποιος ξέρει; Δεν θα τα λάβω.
Αν δεν τρυπήσεις το κουκούλι σου δεν θα με βρεις.
Κάποιες φορές νιώθω την σκέψη σου ορμητική να με αρπάζει.
Αλλά η έγνοια από μόνη της δεν αγκιστρώνει
θέλει να ξενιτευτεί για να αγγίξει.
Θα με παγώσει η ανάσα της νύχτας.
.
Έχει κι εδώ ανατολή με μοβ πορτοκαλί.
Αλλά στην τρίτη γέφυρα έχει πάντα διαρροή
στάζει νερό πού ν’ απαγκιάσεις.
Κι αυτός ο πύργος χώθηκε σφήνα στην ψυχή μου
αιμορραγία ακατάσχετη.
Στη νερουλή λάσπη
εντοπίζω το σώμα
της απουσίας σου.
———————————————————————————–.
Γ’ ΦΩΝΗ
Για πολύ καιρό ήταν σαν να έμπαινα σε δωμάτιο νεκρού.
Απέφευγα την είσοδο.
Δεν άγγιζα τίποτα. Δεν διάβαζα τα σημειώματά τους, δεν γύριζα
στην ηλεκτρονική τους συνομιλία, δεν έβλεπα φωτογραφίες τους.
Κάποτε άνοιγε η βαλίτσα και χύνονταν κάτω όνειρα ξεσκλίδια,
επιθυμίες πορφυρές, πληγωμένα e-tickets.
Μήπως ήμουν αναίσχυντη χάκερ;
Αργότερα έστρωνα τραπέζι, έβαζα πιάτα και ποτήρια γι αυτούς.
Πολλά βράδια έπινα το τσάι μου μαζί τους, οι γεύσεις και τα
φλιτζάνια που τους άρεσαν.
Κι ύστερα άρχισα να γράφω όσα νόμιζαν πως είχαν να πουν, να συνθέτω τις σκέψεις τους, να προδιαγράφω το μέλλον τους.
Η συνέχεια έμοιαζε αναμενόμενη.
Ή μήπως τους αγάπησα πολύ;
Τρεις φωνές. Μία σύνθεση. Ένα μικρό μυθιστόρημα σε στίχους. Και κάθε ποίημα αυτόνομο.Ένα ιδιόμορφο τρίγωνο. Ένας άντρας, μία γυναίκα, μία σχέση από απόσταση και μία τρίτη φωνή, η συγγραφέας-ποιήτρια. Και η μαγική διαδικασία της γραφής, η βαθμιαία εμπλοκή και συμμετοχή του ποιητή στην δράση των ίδιων του των χαρακτήρων. Ή μήπως τους αγάπησα πολύ; αναρωτιέται. Και αυτός ο στίχος- ο τελευταίος στην συλλογή- συνοψίζει όλη την περιπέτεια της γραφής. Χλόη Κουτσουμπέλη
ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ…(Α’ ΦΩΝΗ)
Της διευκόλυνσης
της ευκαιρίας;
Όχι της ανάγκης
της επιθυμίας;
Κόβουν πολύ τα γυαλιά
της θρυμματισμένης ψευδαίσθησης.
.———————————————————————-
ΛΕΣ ΠΩΣ (Α’ ΦΩΝΗ)
Μου λείπουν οι μέρες σου, σου το λέω, μου δίνεις
πενταροδεκάρες.
.
Ζητάς επιείκεια, στράγγισα.
Μαζεύεις ματαιώσεις και διαψεύσεις
μου λες πως φεύγεις
το στομάχι μου καίγεται
βάζω τα pros βάζω τα cons, άκρη δεν βγάζω
μόνο μουγκρίζω τις νύχτες τις σάρκες μου σκίζοντας
σε νοσηρές εξόδους
μόνο μουγκρίζω τις νύχτες τις λέξεις μου μπήγοντας
σε αιχμηρά μέιλ.
.
Φιλιά αποχαιρετισμού λες,
απελπισμένα φιλιά της απώλειας λέω.
————————————————————————————
Β’ ΦΩΝΗ
Μπορεί να στέλνεις μηνύματα, ποιος ξέρει; Δεν θα τα λάβω.
Αν δεν τρυπήσεις το κουκούλι σου δεν θα με βρεις.
Κάποιες φορές νιώθω την σκέψη σου ορμητική να με αρπάζει.
Αλλά η έγνοια από μόνη της δεν αγκιστρώνει
θέλει να ξενιτευτεί για να αγγίξει.
Θα με παγώσει η ανάσα της νύχτας.
.
Έχει κι εδώ ανατολή με μοβ πορτοκαλί.
Αλλά στην τρίτη γέφυρα έχει πάντα διαρροή
στάζει νερό πού ν’ απαγκιάσεις.
Κι αυτός ο πύργος χώθηκε σφήνα στην ψυχή μου
αιμορραγία ακατάσχετη.
Στη νερουλή λάσπη
εντοπίζω το σώμα
της απουσίας σου.
———————————————————————————–.
Γ’ ΦΩΝΗ
Για πολύ καιρό ήταν σαν να έμπαινα σε δωμάτιο νεκρού.
Απέφευγα την είσοδο.
Δεν άγγιζα τίποτα. Δεν διάβαζα τα σημειώματά τους, δεν γύριζα
στην ηλεκτρονική τους συνομιλία, δεν έβλεπα φωτογραφίες τους.
Κάποτε άνοιγε η βαλίτσα και χύνονταν κάτω όνειρα ξεσκλίδια,
επιθυμίες πορφυρές, πληγωμένα e-tickets.
Μήπως ήμουν αναίσχυντη χάκερ;
Αργότερα έστρωνα τραπέζι, έβαζα πιάτα και ποτήρια γι αυτούς.
Πολλά βράδια έπινα το τσάι μου μαζί τους, οι γεύσεις και τα
φλιτζάνια που τους άρεσαν.
Κι ύστερα άρχισα να γράφω όσα νόμιζαν πως είχαν να πουν, να συνθέτω τις σκέψεις τους, να προδιαγράφω το μέλλον τους.
Η συνέχεια έμοιαζε αναμενόμενη.
Ή μήπως τους αγάπησα πολύ;
Σύνταξη, επεξεργασία ύλης & ανάρτηση ειδήσεων
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Δεν υπάρχουν σχετικά άρθρα.