Ατελείωτη η πορεία προς το θάνατο, ανήκουστες οι ωμότητες και οι βαρβαρότητες, σε βάρος των αθώων θυμάτων. Ο θύτης με προσωπείο θηριοδαμαστή, με πύρινα μάτια, της κόλασης γέννημα, ανθρωποειδές, με άγρια ένστικτα.
Η φύση επαναστατεί στη φρίκη του ανθρώπινου πόνου, βογγά κάτω απ’ τα άψυχα κορμιά , η γη οιμώζει μην αντέχοντας άλλο αίμα στους κόρφους της. Έρημα χωριά, καμένα, σωροί από στάχτες και ερείπια, γε μάτα ανθρώπινα κουφάρια, αφήνουν στο πέρασμά τους οι εχθροί, με την αιμοσταγή λεπίδα και το βαθύ σκοτάδι στης ψυχής τους τ’ αμπάρια.
Ατελείωτη η πορεία προς το άγνωστο, στο πουθενά, εκεί που δε θα φτάσουν ποτέ τα σκελετωμένα, ανθρώπινα φαντάσματα, τα πονεμένα μάτια, οι νεομάρτυρες, που, βαθειά μες στης καρδιά τα φυλλοκάρδια, φύλαγαν ανέγγιχτο το Σταυρό του μαρτυρίου, μην τον μολύνουν τ’ ανήμερα θεριά. Η ψυχή θρηνεί για το κατάντημα των συνανθρώπων, που στα χέρια κρατούν τ’ άγριου φανατισμού μαχαίρι, να θερίσουν παλικάρια, μωρά παιδιά, γυναίκες κι ανήμπορους γέρους. Επειδή ο νους έχει σκοτισθεί, οι φρένες έχουν παρανοήσει, το πνεύμα της ειρήνης σ’ αναπηρική κλίνη έχει καθηλωθεί. Το λόγο έχουν τα διεθνή συμφέρο ντα, οι γεωστρατηγικές διαβαθμίσεις και αξιολογήσεις, οι οικονομικές σκοπιμότητες και επιρροές. Η ανθρώ πινη υπόσταση ευτελίζεται, στο όνομα των παραπάνω επιλογών, η ιστορία κατακερματίζεται σε μελανές σελίδες, ο πολιτισμός αιμορραγεί.
Ο Ελληνισμός του Πόντου, της Μ. Ασίας και της Α.Θράκης ξεριζώνεται από τις χιλιόχρονες πατρογονικές Εστίες, τις ανθοφορούσες πολιτείες, όπου πρωτοπορούσε το προοδευτικό και ακμαίο πνεύμα. Ρακένδυτοι πρόσφυγες, πια, παίρνουν το δρόμο της ατελείωτης πεζοπορίας, κρύβοντας στις χούφτες λίγο χώμα από τ’ άγια μέρη της αλησμόνητης Πατρίδας, μιαν καπνισμένη εικόνα που πρόλαβαν κι άρπαξαν απ’ το εικονο στάσι και μιαν ελπίδα να κρυφοκοιτά στο πισωγύρισμα.
Εκατοντάδες χιλιάδες οι νεκροί, άταφα τα κορμιά τους, λεία στων γυπών την ακόρεστη πείνα. Και στα τραπέζια των διπλωματών παίζουν πιγκ-πογκ η ψυχρή κι εγκληματική αναλγησία των ιθυνόντων, με της Δικαιοσύνης τις άναρθρες κραυγές. Η ανθρωπότητα λιμοκτονεί, αδιαφορώντας για τις εκατόμβες των αθώων θυμάτων, παίρνει το δρόμο της οπισθοδρόμησης, καταργώντας αξίες ιερές και απαραβίαστες, με πρώτη και κυριότερη την αξία της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας.
Ο 20ος αιώνας ριγά μπρος στις φρικαλεότητες που κοσμούν τις μαύρες σελίδες της ιστορίας του. Κρύβει τα όμματά του στις σκοτεινές δυνάμεις του χάους που έχουν αγκυλώσει την ανθρώπινη ψυχή. Ανήμπορος στο κατρακύλισμα ν’ αντισταθεί, κληροδοτεί στον επερχόμενό του, τον 21ο αιώνα , των Ερινύων τα μαστίγια, έχιδνας ύπουλης τα δηλητήρια, μάσκες υποκρισίας, ασύστολης χαμέρπειας χειροκροτήματα.
Αφού και στις μέρες μας πρωτόγονα κι άγρια ένστικτα ρημάζουν, στο πέρασμά τους, την ορθοέπεια της ανθρώπινης σκέψης, τα κοινωνικά ιδεώδη, τις διαχρονικές αξίες. Καταργούν την έννοια του ανθρώπου ως ανώτερου όντος της Δημιουργίας. Ο πλανήτης Γη σ’ ένα διαρκές αιματοκύλισμα, στον ολισθηρό δρόμο του αμοραλισμού, που έχει διαλέξει. Διαλύεται ο κοινωνικός ιστός, γκρεμίζονται τα θεμέλια της ισορροπίας του κοινωνικού «γίγνεσθαι». Χάνεται η ελπίδα για αληθινή πρόοδο και ανάπτυξη, για την καλλιέργεια ψυχής και πνεύματος, μπρος στον οδοστρωτήρα της υψηλής τεχνολογίας, που , δυστυχώς, χρησιμοποιείται χωρίς αντικειμενικά κριτήρια. Διασαλεύεται η πνευματική σχέση Θεού και ανθρώπων, η καρδιακή ειρήνη πνέει τα ολίσθια, εξαιτίας της αντιπαλότητας του ανθρώπου, με τον ίδιο τον Δημιουργό του και τον εαυτό του.
Η αρμονία του Σύμπαντος κόσμου ωχριά μπρος στη δυσαρμονία που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις , στο αντίπαλο δέος που κυριαρχεί σε όλα, σχεδόν, τα επίπεδα, αφαιρώντας, μια για πάντα, την ευκαιρία για την ουσιαστική ολοκλήρωση της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Η Νανά Στ. Παπαϊωάννου είναι φιλόλογος – ποιήτρια