Από τα πιο φωτισμένα μυαλά που ανέδειξε η Γερμανία, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, θύμα της ναζιστικής θηριωδίας, όπως όλοι οι ασυμβίβαστοι άνθρωποι του πνεύματος, το 1937 …περιγράφει το 2016.
To 1937 βρίσκει τον Μπέρτολτ Μπρεχτ αυτοεξόριστο στη Σκανδιναβία. Όχι μόνον αυτόν, αλλά και χιλιάδες άλλους συμπατριώτες του, που διώκονται από τη χιτλερική εξουσία. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες γράφει και το, τόσο επίκαιρο, “Uber die Bezeichnung Emigrnten…“
“Για Τον Όρο Μετανάστες…“
Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν: «Μετανάστες».
Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους.
Εμείς, ωστόσο, δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη.
Ούτε και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.
Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε.
Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ‘ναι, μα εξορία.
Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα, προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα ν’ απαρνιόμαστε, χωρίς να συχωράμε τίποτ’ απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.
Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή!
Ακούμε ίσαμ’ εδώ τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ’ τα στρατόπεδά τους.
Εμείς οι ίδιοι μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε
τα σύνορα να δρασκελίσει.
Ο καθένας μας, περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα, μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.
Όμως κανένας μας δε θα μείνει εδώ.
Η τελευταία λέξη δεν ειπώθηκε ακόμα.
Μπέρτολτ Μπρεχτ
μτφρ. Μάριος Πλωρίτης
Ξένος ο μετανάστης, ξένος και ο πρόσφυγας.
Ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος, έχουν επιλογή.
Πειθαναγκάζονται, είτε με την ανέχεια, είτε με τη βία, να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, τα λατρεμένα τους πρόσωπα.
Κι όμως, ενώ μεγάλωσαν και ανδρώθηκαν στο τόπο που γεννηθήκαν, ο τόπος τους δεν τους χωράει πια!
Κάποιοι φρόντισαν γι΄ αυτό. Τα ανομολόγητα, μα τόσο προφανή συμφέροντα, που ξεδιάντροπα συγκαλύπτονται από τα αργυρώνητα μέσα, τη μίσθαρνη δημοσιογραφία, εξαγνίζουν το έγκλημα, εκκολάπτοντας το αυγό του φιδιού.
Οι φυλετικές διακρίσεις, το θρήσκευμα, η εθνικότητα, η ιδιαιτερότητα, οι πολιτικές πεποιθήσεις, αποτελούν το μέσο για τον εξανδραποδισμό των συνανθρώπων μας, το όπιο που προσφέρουν οι ειδήμονες για να θρέψουν το κτήνος της ξενοφοβίας, απέναντι στους ικέτες συνανθρώπους μας.
Εδώ και αιώνες κανένας πρόσφυγας, δεν κατέστρεψε καμία χώρα που τον φιλοξένησε, αντίθετα ωφελήθηκε και την ωφέλησε. Έχοντας πάντα κατά νου την επιστροφή στην πατρίδα, το χώμα που πρωτοπερπάτησε, το χώμα που γεύθηκε, τις ρίζες του. Το γνωρίζω από «πρώτο χέρι».
Τρεις γενιές μετά, η νοσταλγία για τις «χαμένες πατρίδες», ζει στο μυαλό μας. « Απόθεν έρθες, ασήν πατρίδα;», έλεγε η γιαγιά η Συμέλα και η γιαγιά η Ελένη, προσφυγοπούλες του Πόντου!
Σχεδόν ογδόντα χρόνια πριν, το υπέροχο μυαλό του Μπρεχτ, περιέγραφε τη σημερινή αθλιότητα που ζούμε, με τρόπο σκληρό και απαραβίαστο:
«Εμείς οι ίδιοι μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε
τα σύνορα να δρασκελίσει.
Ο καθένας μας, περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα, μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.
Όμως κανένας μας δε θα μείνει εδώ.
Η τελευταία λέξη δεν ειπώθηκε ακόμα.»
Αφιερώνεται σε όλους τους συμπατριώτες, τους ευλογημένους Έλληνες, που με τη στάση τους τίμησαν τις παραδόσεις του λαού μας, απλώνοντας χέρι βοήθειας στους ικέτες συνανθρώπους μας. Και φυσικά στους δημάρχους Αλεξάνδρειας και Βέροιας, καθώς και στους πολίτες της Νάουσας, που μπήκαν μπροστάρηδες στον αγώνα κατά του «κτήνους» της ξενοφοβίας και της ηλιθιότητας.
Αθήνα 20/3/2016 Ουρσουζίδης Ν. Γιώργος
Βουλευτής Ημαθίας του ΣΥΡΙΖΑ