Η σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, τους άλλους, το ευρύτερο περιβάλλον, είναι μία δύσκολη υπόθεση που καθορίζεται από τους υλικούς όρους, τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζει και εξελίσσεται. Σαφώς, η σχέση αυτή είναι μία σχέση αλληλεπίδρασης, μία δυναμική διαδικασία αλληλοκαθορισμού.
Στον καπιταλισμό, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο είναι μία ακραία μορφή βίας, προκύπτει από τις σχέσεις παραγωγής και αλλοτριώνοντας οδηγεί στην ρήξη των κοινωνικών σχέσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, μία σειρά προβλημάτων στιγματίζουν την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Ανεργία, σχολική διαρροή, εμπορευματοποίηση των ανθρωπίνων σχέσεων, οικονομική και πολιτιστική φτώχεια, βία, ασθένειες, πόλεμοι…, είναι μερικά από αυτά.
Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, με αφορμή την κοινωνική, οικονομική, πολιτική κρίση, τα παραπάνω προβλήματα αποτελούν πλευρές μιας στείρας (ελεγχόμενης) πολιτικής αντιπαράθεσης. Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, διαχωρίζοντας την πολιτική από την οικονομία ανάγουν την λύση ή μη αυτών των προβλημάτων στις καλές ή στις κακές προθέσεις των πολιτικών και με αυτό τον τρόπο επιχειρούν να χειραγωγήσουν περισσότερους ανθρώπους.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Η αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι μόνο ζήτημα προθέσεων; Τα προβλήματα αυτά είναι αποτέλεσμα της κρίσης που μαστίζει τη χώρα; Και εάν είναι έτσι, τότε η ανάπτυξη θα βοηθήσει να τα ξεπεράσουμε; Και για ποια ανάπτυξη συζητάμε; Οι αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες έχουν λύσει αυτά τα προβλήματα;
Σε ορισμένα από αυτά τα ερωτήματα, θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στη συνέχεια, παραθέτοντας κάποια στοιχεία.
Στις μέρες μας, είμαστε μάρτυρες μιας γενικευμένης παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού. Οι μάσκες έχουν πέσει, η κρίση είναι κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου που επιχειρεί να την λύσει προς όφελος του και σε όσο γίνεται μεγαλύτερο βάθος χρόνου, μετατρέποντας την σε κρίση εργασίας, σε πολιτιστική ανθρωπιστική κρίση ώστε να την πληρώσουν οι λαοί.
Συνεπώς, τα προβλήματα που ζούμε δεν είναι αποτέλεσμα μίας γενικής και αόριστης κρίσης, αλλά της όξυνσης των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων. Μια τέτοια κρίση διαμορφώνει νέου τύπου συμπεριφορές και αναδιαρθρώνει τα αξιακά συστήματα.
Πλήθος μελετών, δείχνουν ότι πλούσιες χώρες με όξυνση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων παρουσιάζουν:
• Τρεις φορές περισσότερη ψυχική νοσηρότητα
• Οι άνθρωποι αισθάνονται 4-5 φορές λιγότερη εμπιστοσύνη, ασφάλεια, αισιοδοξία
• 6 φορές μεγαλύτερη αναλογία κρατουμένων
• Αύξηση της καταστολής
• 6 φορές μεγαλύτερα ποσοστά παχυσαρκίας
• 5-6 φορές αύξηση στους δείκτες γεννήσεων από εφήβους και στις ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες
• Περισσότερο ατομικό και οικογενειακό χρέος
• Αύξηση στην κατανάλωση φθηνών προϊόντων
• Αύξηση του χρόνου εργασίας. Οι άνθρωποι δουλεύουν μέχρι και 400 ώρες περισσότερες τον χρόνο, παίρνοντας λιγότερα χρήματα και έχοντας μικρότερη αγοραστική δύναμη
• 30% αύξηση των προβλημάτων που συνδέονται με χρήση αλκοόλ
• Αύξηση της χρήσης ναρκωτικών
Υπάρχει μία αναλογική σχέση μεταξύ της όξυνσης των ανισοτήτων και του βαθμού νοσηρότητας μίας κοινωνίας. Όσο περισσότερη ανισότητα υπάρχει σε μία κοινωνία, δηλαδή οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, τόσο αυτή η κοινωνία αρρωσταίνει περισσότερο και πεθαίνει γρηγορότερα.
Τα ψυχικά νοσήματα, για παράδειγμα, εξελίσσονται σε παγκόσμια επιδημία καθώς:
• Το 10% του ενήλικου πληθυσμού παρουσιάζει κάποιου είδους ψυχική διαταραχή στην διάρκεια της ζωής του
• Πάνω από μισό δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από ψυχικές διαταραχές
• Κάθε χρόνο, περισσότεροι από 165 εκατομμύρια ευρωπαίοι (39%) εμφανίζουν κάποιο είδος ψυχικής διαταραχής
• Το υψηλότερο ποσοστό έχουν οι αγχώδεις διαταραχές και ακολουθούν η αϋπνία, η μείζονα κατάθλιψη, οι σωματομορφικές διαταραχές.
Η κατάσταση της ψυχικής υγείας, καθορίζεται από κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτιστικούς, ψυχολογικούς, βιολογικούς, παράγοντες. Οι κοινωνικές, οικονομικές πιέσεις, είναι ένας σημαντικός κίνδυνος για την ψυχική υγεία, η οποία έχει άμεση σχέση με τους δείκτες της φτώχειας και τα χαμηλά επίπεδα εκπαίδευσης. Τα προβλήματα ψυχικής υγείας συνδέονται με τις γρήγορες και ξαφνικές αλλαγές, τις συνθήκες εργασίας, τις κακές συνθήκες ζωής, το στίγμα, τον κοινωνικό αποκλεισμό,τη βία.
Το ζήτημα λοιπόν, είναι οι δείκτες των κοινωνικών, οικονομικών ανισοτήτων.
Οι Η.Π.Α έχουν το υψηλότερο Α.Ε.Π στον κόσμο. Όμως έχουν :
• Τους υψηλότερους δείκτες παραβατικότητας
• Τους χαμηλότερους δείκτες προσδόκιμου ζωής
• Έναν από τους υψηλότερους δείκτες παιδικής θνησιμότητας
Από αυτή την άποψη, η επιδίωξη γενικά της ανάπτυξης για την αντιμετώπιση αυτού του είδους των προβλημάτων είναι αποπροσανατολιστική. Το πραγματικό ερώτημα είναι ανάπτυξη για ποιόν;
Για παράδειγμα, την δεκαετία 1997 – 2007 στην Βρετανία είχαμε μία σημαντική ανάπτυξη που συνοδεύτηκε από μεγάλες περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες. Το Α.Ε.Π αυξήθηκε. Όμως, η ανάπτυξη αφορούσε το 10% του πληθυσμού. Το 90% δεν συμμετείχε σε αυτήν την ανάπτυξη. Επρόκειτο δηλαδή, για μία ανάπτυξη που αφορούσε τους λίγους, όξυνε τις κοινωνικές ανισότητες και οδήγησε σε:
• Αύξηση των δεικτών παραβατικότητας
• Αύξηση των δεικτών νοσηρότητας
• Αύξηση των δεικτών παιδικής θνησιμότητας
• Αύξηση των δεικτών ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης
• Αύξηση των δεικτών χρήσης ψυχοτρόπων ουσιών
Συνεπώς, είναι η καπιταλιστική ανάπτυξη που μεγεθύνει τις κοινωνικές ανισότητες. Οι κοινωνικές ανισότητες με την σειρά τους, αυξάνουν την κοινωνική κρίση και τα προβλήματα που την ακολουθούν. Αυτή, είναι η πραγματικότητα ενός συστήματος που αναπτύσσεται βαθαίνοντας ταυτόχρονα την κρίση του.
• O Ηλίας Μιχαλαρέας είναι Δρ. Ψυχολογίας- Δρ. Γεωγραφίας. Επιστημονικά Υπεύθυνος Μονάδας Απεξάρτησης «Διάπλους» της Ψυχιατρικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Κέρκυρας.