“Κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά…” του Νίκου Μπογιόπουλου
Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές οι εργασίες της συνόδου κορυφής της ΕΕ συνεχίζονταν. Οι πληροφορίες πάντως για την εξέλιξη της συνόδου – που ως αργά το βράδυ καθιστούσαν αβέβαιη ακόμα και την ολοκλήρωσή της – πιστοποιούν ότι η Ελλάδα μετατρέπεται ντε φάκτο σε αποθήκη ψυχών, στο πλαίσιο μίας Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαφεντεύεται από τη μια από ακροδεξιούς τύπου Όρμπαν και από την άλλη από… δημοκράτες που έχουν βγάλει τους πρόσφυγες στο ανατολίτικο παζάρι «τόσα γρόσια το κεφάλι».
Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι :
Η «Ευρώπη» για την οποία μιλούν οι γκαουλάιτερ των πάσης φύσεως οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών Μνημονίων, δεν είναι και δεν υπήρξε ποτέ η Ευρώπη που έλκει την καταγωγή της από την Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δεν έχει καμία σχέση με την Ευρώπη του «Ελευθερία – Ισότητα – Αδελφοσύνη».
Η δική τους «Ευρώπη», η «Ευρώπη» της Ευρωπαϊκής τους Ένωσης, έχει σίγουρα κι αυτή τη δική της ευρωπαϊκή κληρονομιά. Μόνο που η κληρονομιά της Ευρωπαϊκής τους Ένωσης είναι ταυτόσημη με την Ευρώπη των αποικιοκρατών, της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, της Ιεράς Συμμαχίας και της Ιεράς Εξέτασης, των Νταχάου και των Άουσβιτς, των «λευκών κελιών».
Αυτή είναι η «Ευρώπη» που εκπροσωπεί η Ευρωπαϊκή τους Ένωση. Αυτής της «Ευρώπης» δημιούργημα και εργαλείο είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση του φασισμού και της αναβίωσής του, των σχέσεων με τους Ουκρανούς ναζί, των εγκληματιών που διαλύουν χώρες από Γιουγκοσλαβία μέχρι Συρία, των δολοφόνων μικρών «Αιλάν» στο Αιγαίο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση των τραπεζών και των πολυεθνικών, αυτή που έχει πετάξει 30 εκατομμύρια «δικούς της» Ευρωπαίους πολίτες στην ανεργία κι άλλα 120 εκατομμύρια «δικούς της» Ευρωπαίους πολίτες στον Καιάδα της φτώχειας, συνιστά διαζύγιο με την λογική να περιμένει κανείς ότι θα δείξει ανθρωπιά απέναντι στους πρόσφυγες, στους μετανάστες, στους «ξένους».
Η πατρίδα μας, ό,τι κι αν γραφτεί στα ευρωενωσιακά κιτάπια, όπως κι αν διατυπωθεί από τους καλαμαράδες της Κομισιόν, με απόλυτη ευθύνη όλου του εγχώριου πολιτικού ευρωατλαντισμού, χρησιμοποιείται ως θύμα και ταυτόχρονα ως θύτης ενός ειδεχθούς εγκλήματος που δεν έχει τελειωμό.
Ένα έγκλημα μαζικό, διαρκές, απροκάλυπτο και ασύλληπτο, που κάποιοι θέλουν να το ξορκίσουν με «ποσοστώσεις». Αλλοι το προπαγανδίζουν με ανοιχτό ναζιστικό μισανθρωπισμό. Και όλοι μαζί «ξεχνούν» τις αιτίες που οδηγούν καραβάνια ανθρώπων να αποζητούν την ελπίδα στη φυγή.
Είναι σε αυτή την Ευρωπαϊκή Ένωση που οι ταγοί της θέλουν να μας κάνουν κι εμάς να ξεχάσουμε το βασικό: Ότι «κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά…»
Το ποίημα που ακολουθεί είναι της Κενυάτισσας ποιήτριας Ουαρσάν Σάιρ. Ο τίτλος του «HOME» – «ΣΠΙΤΙ». Το απήγγειλε η φιλόλογος-ποιήτρια Βικτωρία Καπλάνη στη διάρκεια της συναυλίας της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο των δράσεων αλληλεγγύης για τους πρόσφυγες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου (https://www.auth.gr/it/node/19486):
«Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του,
εκτός αν πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
τρέχεις προς τα σύνορα μόνο όταν βλέπεις
ολόκληρη την πόλη να τρέχει κι εκείνη
οι γείτονές σου τρέχουν πιο γρήγορα από σένα
με την ανάσα ματωμένη στο λαιμό τους
το αγόρι που ήταν συμμαθητής σου
που σε φιλούσε μεθυστικά πίσω από το παλιό εργοστάσιο τσίγκου
κρατά ένα όπλο μεγαλύτερο από το σώμα του
αφήνεις την πατρίδα
μόνο όταν η πατρίδα δε σε αφήνει να μείνεις
κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγά
φωτιά κάτω απ΄ τα πόδια σου
ζεστό αίμα στην κοιλιά σου
δεν είναι κάτι που φαντάστηκες ποτέ ότι θα έκανες
μέχρι που η λεπίδα χαράζει απειλές στο λαιμό σου
και ακόμα και τότε ψέλνεις τον εθνικό ύμνο
ανάμεσα στα δόντια σου
και σκίζεις το διαβατήριό σου σε τουαλέτες αεροδρομίων
κλαίγοντας καθώς κάθε μπουκιά χαρτιού
δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να γυρίσεις
πρέπει να καταλάβεις
ότι κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα
εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά
κανένας δεν καίει τις παλάμες του
κάτω από τρένα, ανάμεσα από βαγόνια
κανένας δεν περνά μέρες και νύχτες στο στομάχι ενός φορτηγού
τρώγοντας εφημερίδες
εκτός αν τα χιλιόμετρα που ταξιδεύει
σημαίνουν κάτι παραπάνω από ένα ταξίδι.
κανένας δε σέρνεται
κάτω από φράχτες
κανένας δε θέλει να τον δέρνουν
να τον λυπούνται
κανένας δε διαλέγει τα στρατόπεδα προσφύγων
ή τον πλήρη σωματικό έλεγχο σε σημεία
όπου το σώμα σου πονούσε
ή τη φυλακή,
επειδή η φυλακή είναι ασφαλέστερη
από μια πόλη που φλέγεται
και ένας δεσμοφύλακας το βράδυ
είναι προτιμότερα από ένα φορτηγό
γεμάτο άντρες που μοιάζουν με τον πατέρα σου
κανένας δε θα το μπορούσε
κανένας δε θα το άντεχε
κανένα δέρμα δε θα ήταν αρκετά σκληρό
για να ακούσει τα:
γυρίστε στην πατρίδα σας μαύροι
πρόσφυγες
βρωμομετανάστες
ζητιάνοι ασύλου
που ρουφάτε τη χώρα μας
αράπηδες με τα χέρια απλωμένα
μυρίζετε περίεργα
απολίτιστοι
κάνατε λίμπα τη χώρα σας και τώρα θέλετε
να κάνετε και τη δική μας
πώς δε δίνουμε σημασία
στα λόγια
στα άγρια βλέμματα
ίσως επειδή τα χτυπήματα είναι πιο απαλά
από το ξερίζωμα ενός χεριού ή ποδιού
ή τα λόγια είναι πιο τρυφερά
από δεκατέσσερις άντρες
ανάμεσα στα πόδια σου
ή οι προσβολές είναι πιο εύκολο
να καταπιείς
από τα χαλίκια
από τα κόκαλα
από το κομματιασμένο κορμάκι του παιδιού σου
θέλω να γυρίσω στην πατρίδα
αλλά η πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
πατρίδα είναι η κάνη ενός όπλου
και κανένας δε θα άφηνε την πατρίδα
εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγούσε μέχρι τις ακτές
εκτός αν η πατρίδα σού έλεγε να τρέξεις πιο γρήγορα
να αφήσεις πίσω τα ρούχα σου
να συρθείς στην έρημο
να κολυμπήσεις ωκεανούς
να πνιγείς
να σωθείς
να πεινάσεις
να εκλιπαρήσεις
να ξεχάσεις την υπερηφάνεια
η επιβίωσή σου είναι πιο σημαντική
κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα είναι
μια ιδρωμένη φωνή στο αυτή σου
που λέει
φύγε
τρέξε μακριά μου τώρα
δεν ξέρω τι έχω γίνει
αλλά ξέρω ότι οπουδήποτε αλλού
θα είσαι πιο ασφαλής απ΄ ό,τι εδώ»
Νίκος Μπογιόπουλος