Απόψεις

Σαμαράς-Σταθερότητα, μια ασταθής σχέση

2014-10-31-Koinonika-Epikaira-Syllalitirio-ENFIA16

Γράφει ο Στέργιος Καλπάκης


Η αποτυχία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας ερμηνεύτηκε από τον Πρωθυπουργό ως αποτέλεσμα υπονομευτικής δράσης των κομμάτων της αντιπολίτευσης απέναντι στη σταθερότητα και την ασφάλεια – βασικές προϋποθέσεις για την έξοδο από την οικονομική κρίση. Αν δούμε όμως την πορεία της ελληνικής κυβέρνησης σε αυτά τα δυόμιση χρόνια, η δράση του κ. Σαμαρά –το λιγότερο- δεν ταιριάζει με την «κανονικότητα» μίας σύγχρονης ευρωπαϊκής πολιτείας.

Ο εκλογικός σεισμός του 2012 ανέδειξε την ανάγκη κυβερνήσεων συνεργασίας και την απότομη εμπέδωση από το πολιτικό σύστημα, μίας άλλης κουλτούρας, σε κάθε περίπτωση διαφορετικής από τις νοοτροπίες των προ του 2011 μονοκομματικών κυβερνήσεων. Ο σεβασμός απέναντι στους κυβερνητικούς εταίρους και κυρίως απέναντι στους θεσμούς έγιναν αναγκαία στοιχεία για την διασφάλιση της -εκ των πραγμάτων- εύθραυστης σταθερότητας. Πόσο μάλλον από κόμματα σαν τη Νέα Δημοκρατία, που το Μάη του 2012 κέρδισε τις εκλογές με μόλις 19% και μόνο μέσα από τα εκβιαστικά διλήμματα των εκλογών του Ιουνίου αναρριχήθηκε στο 29%, ποσοστό σαφώς μικρότερο από αυτά που έπαιρναν τα κόμματα που σχημάτιζαν μέχρι το 2009 μονοκομματικές κυβερνήσεις. Αξίζει λοιπόν σε αυτό το σημείο να δούμε, πώς ο «ηγέτης» του 19% υπονομεύει -δυόμιση χρόνια τώρα- την πολυδιαφημισμένη σταθερότητα, με την ευθύνη άλλοτε μεγαλύτερη, άλλοτε μικρότερη των εταίρων του και κυρίως του κ. Βενιζέλου.

Τα ρουσφέτια: Λίγους μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας, το γερμανικό περιοδικό Spiegel κατηγορεί τον Πρωθυπουργό Σαμαρά για «χάρες σε φίλους». Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι άνθρωποι κοντά στον Πρωθυπουργό αποκτούν επικερδείς θέσεις εργασίας, ακόμα κι αν δεν το αξίζουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο διορισμός συμπατριώτη του στην ηγεσία του ΣΔΟΕ [1]. Πρόκειται για τον άνθρωπο που μετέφερε στον εισαγγελέα κ. Πεπόνη την υπόθεση ότι στην Λίστα Λαγκάρντ βρισκόταν η Μαργαρίτα Παπανδρέου και από εκεί διέρρευσε στα ΜΜΕ ως είδηση, για να διαβεβαιώσουν μετά από μήνυση της θιγόμενης ότι δεν υπήρξε καμία εμπλοκή της σε λίστες [2].

Υπόθεση Διαμαντόπουλου: Στις αρχές του 2013 το Μέγαρο Μαξίμου αξιοποιεί ένα βίντεο –αποδεδειγμένα προϊόν μοντάζ- όπου φαινόταν ο βουλευτής Καστοριάς του ΣΥΡΙΖΑ, Βαγγέλης Διαμαντόπουλος να τάσσεται υπέρ της βίας, για να αναπαραχθεί η θεωρία των δύο άκρων. Την παραποίηση των δηλώσεων Διαμαντόπουλου παραδέχεται ακόμα και η Όλγα Τρέμη στο δελτίο ειδήσεων του Mega, το οποίο προηγουμένως είχε παίξει πρώτο το μονταρισμένο βίντεο [3]. «Συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, στο τέλος πάντα κάτι μένει.» έλεγε ο Γκαίμπελς.

Δράση Μπαλτάκου: Την περασμένη άνοιξη δημοσιοποιήθηκε βίντεο με τον τότε γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου και προσωπικό φίλο του Αντώνη Σαμαρά να συνομιλεί με τον Ηλία Κασιδιάρη και να αποκαλύπτει παρεμβάσεις της κυβέρνησης στη δικαιοσύνη με γνώση και του ίδιου του Πρωθυπουργού. Η αποκάλυψη των σχέσεων της Ν.Δ. με τους φασίστες έφερε την παραίτηση Μπαλτάκου, ωστόσο η κυβέρνηση αντιμετώπισε τις κατηγορίες καταλογίζοντας στους αντιπάλους της ότι υιοθετούν τη ρητορική της Χ.Α. και τα στοιχεία ενός παράνομου βίντεο. «Είναι σα να εντοπίζεται ένα αυτοκίνητο γεμάτο ναρκωτικά και να ασχολούμαστε με το γεγονός ότι είχε πλαστές πινακίδες.» σχολίασε εύστοχα ένας δημοσιογράφος. Η δράση Μπαλτάκου –με γνώση του ίδιου του Πρωθυπουργού- υπονόμευε ένα χρόνο και κάτι τη σταθερότητα της κυβέρνησης, βάζοντας εμπόδια στις προσπάθειες του Υπουργού Δικαιοσύνης της ΔΗΜΑΡ, Αντώνη Ρουπακιώτη για προώθηση του αντιρατσιστικού νόμου και γενικότερη προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

ΕΡΤ-ΝΕΡΙΤ: Τον Ιούνιο του 2013, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανακοινώνει τη διακοπή λειτουργίας της Δημόσιας Τηλεόρασης εν αγνοία των κυβερνητικών εταίρων, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ. Μετά από αρκετές ημέρες διαπραγματεύσεων, η ΔΗΜΑΡ αποχωρεί από την κυβέρνηση και αν πριν ένα χρόνο είχε γίνει ένα σημαντικό βήμα προς τη συναίνεση και τις κυβερνήσεις συνεργασίας, αυτό αναιρείται βίαια, με τις καταγγελίες ακόμη και των Ευρωπαίων για αντιδημοκρατική πρακτική. Ένα χρόνο μετά, παραιτούνται από τη νεοσύστατη ΝΕΡΙΤ οι Ροδόλφος Μορώνης και Αντώνης Μακρυδημήτρης, αναπληρωτής πρόεδρος και διευθυντής τηλεόρασης αντίστοιχα, καταγγέλλοντας παρεμβάσεις του Μαξίμου στη Δημόσια Τηλεόραση. Ο πρώτος είχε σχολιάσει μάλιστα στο facebook : «Αν διακηρύττεις ότι θέλεις να φτιάξεις κάτι ανεξάρτητο, αντικειμενικό και ποιοτικό αλλά δεν το εννοείς, μη το αναθέτεις σε κάποιον που το εννοεί…» [4].

Υπόθεση Χαϊκάλη: Πριν λίγες ημέρες ο βουλευτής των ΑΝ.ΕΛΛ., Παύλος Χαϊκάλης αποκαλύπτει προσπάθεια χρηματισμού του για να ψηφίσει Πρόεδρο της Δημοκρατίας από κάποιον Αποστολόπουλο. Ο κύριος αυτός είναι πρώην σύμβουλος του κόμματος, πρώην στέλεχος της Τράπεζας Πειραιώς, που γνώρισε ο Πάνος Καμμένος στον περιβάλλον Σαμαρά, όσο ήταν ακόμα στη Ν.Δ. Ο Αποστολόπουλος ποτέ δεν αρνήθηκε ότι συναντήθηκε με τον Χαϊκάλη και ότι του πρότεινε χρηματισμό, απλά άλλαξε το κίνητρο της πράξης του, σε προσπάθεια απόδειξης στον Καμμένο της ανεντιμότητας Χαϊκάλη. Η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της απέφυγαν την υπόθεση, με το επιχείρημα ότι οι ΑΝ.ΕΛΛ. είναι γνωστοί συνωμοσιολόγοι και το βίντεο είναι παράνομο. Είδαμε πρώτη φορά Πρωθυπουργό να κάνει μήνυση σε βουλευτή! Δε διαφωνώ για το συνωμοσιολογικό χαρακτήρα αυτού του κόμματος, κατά καιρούς το έχω χαρακτηρίσει ακραίο και θεωρώ αντιπολιτική μία ενδεχόμενη συνεργασία της Αριστεράς μαζί τους. Αυτά όμως δεν είναι επιχειρήματα για να βγουν πορίσματα από τη δικαιοσύνη. Αντίθετα, στοιχεία αποτελούν το βίντεο μίας ώρας που δεν εξετάστηκε απ’ τις αρχές και οι τηλεφωνικές συνομιλίες των εμπλεκόμενων που ποτέ δεν άνοιξαν, αφήνοντας βαριά σκιά πάνω από μία υπόθεση η οποία ενδεχομένως να ενέπλεκε την πολιτική ηγεσία του τόπου και επιχειρηματικά συμφέροντα σε καταστάσεις επιζήμιες για τη δημοκρατία.

Υπάρχει τα τελευταία χρόνια μία τάση στις φιλοκυβερνητικές πολιτικές δυνάμεις και ΜΜΕ, αναγωγής στη σφαίρα των θεωριών συνωμοσίας, των φαινομένων διαπλοκής και υπονόμευσης των θεσμών. Σε μία χώρα όμως που η σύγχρονη ιστορία της κινείται μεταξύ σκανδάλου Κοσκωτά και Siemens θα έπρεπε να προβληματιζόμαστε συνεχώς για τη σχέσεις του πολιτικού συστήματος με οικονομικά συμφέροντα. Αν λοιπόν, είχαμε ως κοινωνία μνήμη μεγαλύτερη από του χρυσόψαρου, θα θυμόμασταν ότι ο Αντώνης Σαμαράς είναι ο μόνος εν ενεργεία Έλληνας πολιτικός που άμεσα και δημόσια έριξε εκλεγμένη κυβέρνηση από τον ελληνικό λαό, το 1993. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναφέρθηκε τότε σε «ένα συνασπισμό οικονομικών συμφερόντων και προσωπικών φιλοδοξιών» [5] που έριξαν την κυβέρνησή του. Επίσης, ο υπουργός του, Στέφανος Μάνος, πολλές φορές αναφέρθηκε στις πιέσεις που δέχτηκαν τότε από Siemens και Ιντρακόμ να μην ιδιωτικοποιήσουν τον ΟΤΕ.

2015-01-12-Arthografia-kalpakis-samarasΊσως δε μάθουμε ποτέ ποιο ήταν «το μικρό κεντροδεξιό κόμμα» που ανέφερε ο Χριστοφοράκος ότι χρηματίστηκε από τη Siemens [6], ούτε πού πήγαν τα αυξημένα έξοδα για μυστικά κονδύλια του Υπουργείο Εξωτερικών εκείνη την εποχή. Κατά ένα περίεργο όμως τρόπο, ο σημερινός Πρωθυπουργός και η ομάδα που τον ακολουθεί -από την Πολιτική Άνοιξη ακόμα- εμφανίζονται στον προσκήνιο την κρίσιμη στιγμή, όταν κινδυνεύουν να θιγούν –όχι απαραίτητα από αριστερή κυβέρνηση- τα συμφέροντα ενός συστήματος που χρόνια δρα παρασιτικά σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος. Η επένδυση της δράσης τους μάλιστα, από έντονη δόση εθνικολαϊκισμού και ηθικών πανικών είναι χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της κατάστασης, με αποτέλεσμα να έχει γίνει τα τελευταία χρόνια μια κατάληψη του Μαξίμου από ακροδεξιούς, θρησκόληπτους, φανατικούς αντικομουνιστές και πρώην χουντικούς.

Στις εκλογές της 25ης Γενάρη το διακύβευμα είναι διπλό. Από τη μία, να προκύψει μία κυβέρνηση των δυνάμεων της αριστεράς, της προόδου και της οικολογίας που θα εγγυηθεί την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη με την κοινωνία όρθια, θα αντιμετωπίσει τη διαπλοκή και θα δημιουργήσει προοπτικές ανάπτυξης και βιώσιμης ευημερίας. Από την άλλη, να απαλλαγεί η χώρα (αλλά και η συντηρητική παράταξη) από το σύστημα Σαμαρά. Ό, τι χειρότερο γέννησε η μεταπολίτευση.

Στέργιος Καλπάκης
Εκπαιδευτικός, ειδ. Ιστορία & Πολιτισμός

banner-article

Ροη ειδήσεων