Απόψεις Κόσμος Πολιτική

“Βόρεια Μακεδονία στο ΝΑΤΟ: Διπλωματική ήττα για… Νόμπελ” γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας

Με την υπογραφή της Συμφωνίας Τσίπρα- Ζάεφ για το ζήτημα των Σκοπίων κλείνει ένας κύκλος (πιθανότατα όχι ο τελευταίος) αυτής της χαμένης– εδώ και εικοσιπέντε χρόνια– για την ελληνική διπλωματία υπόθεσης. Η παρουσίαση της Συμφωνίας ως «μεγάλη εθνική επιτυχία» από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ίσως για λίγο διάστημα θα μπορέσει να καλύψει την πραγματικότητα (και τις συνέπειές της) η οποία, ωστόσο, είναι ολοφάνερη: Η Συμφωνία Τσίπρα- Ζάεφ περιγράφει/ συνοψίζει το αποτέλεσμα μιας μεγάλης διπλωματικής ήττας την οποία υπέστη η Ελλάδα πριν από ένα τέταρτο του αιώνα.

Η ήττα προσδιορίζεται πάντα σε σχέση με τον στόχο που έχει τεθεί. Και ο στόχος (χωρίς να αξιολογούμε αν ήταν δίκαιος ή άδικος, έξυπνος ή ανόητος εφικτός ή όχι) που με κάθε επισημότητα και σαφήνεια είχαν περιγράψει οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις όταν μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας εμφανίστηκε στο διεθνές προσκήνιο η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ήταν σαφέστατος: «Η πολιτική ηγεσία της χώρας, με εξαίρεση το ΚΚΕ, συμφώνησε ότι η Ελλάδα θα αναγνωρίσει το ανεξάρτητο κράτος των Σκοπίων μόνο εάν τηρηθούν και οι τρεις όροι (α. Δεν έχουν εδαφικές διεκδικήσεις, β. Δεν ασκούν εχθρική προπαγάνδα, γ. Δεν χρησιμοποιούν ονομασία που υπονοεί εδαφικές διεκδικήσεις.) που έθεσε η ΕΟΚ στις 16 Δεκεμβρίου του 1991, με την αυτονόητη διευκρίνιση ότι στο όνομα του κράτους αυτού δεν υπάρχει η λέξη Μακεδονία».

Αυτός ήταν ο στόχος που έθεσε το ελληνικό κράτος όπως διατυπώθηκε στην ανακοίνωση που εξέδωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, μετά την σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών που πραγματοποιήθηκε στις 13 Απριλίου του 1992, ώστε να βρεθεί μία κοινή γραμμή στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Εκτός από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Κων. Καραμανλή στη σύσκεψη συμμετείχαν ο πρωθυπουργός Κων. Μητσοτάκης (ΝΔ) ο Αν. Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ) Αλέκα Παπαρήγα (ΚΚΕ) Μαρία Δαμανάκη (ΣΥΝ) και ο τότε υπουργός εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς.

«Μάχες» μόνο στο εσωτερικό

‘Έκτοτε η «υπόθεση των Σκοπίων» μετατρέπεται σε πεδίο εσωτερικής αντιπαράθεσης. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τότε, υπονομεύει κάθε δυνατότητα συμβιβασμού σιγοντάροντας την άποψη ότι «το όνομα είναι η ψυχή μας» και οι προτάσεις για μια σύνθετη ονομασία (Νέα Μακεδονία) που κατατέθηκαν τότε από ευρωπαίους διαμεσολαβητές απορρίφθηκαν.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου με τη βοήθεια και της «αποστασίας» Σαμαρά κέρδισε τις εκλογές αλλά βρέθηκε εγκλωβισμένος στο πρόβλημα. Από την καρέκλα της εξουσίας ο Ανδρέας Παπανδρέου υιοθέτησε την Ενδιάμεση Συμφωνία Αθηνών – Σκοπίων η οποία κάτω από αμερικανική επίβλεψη προετοίμασε τη μακροχρόνια συμβίωση των δύο χωρών με δεδομένο και άλυτο το μεταξύ τους πρόβλημα. Ταυτόχρονα με τον διαμεσολαβητικό τους ρόλο οι ΗΠΑ νομιμοποιούσαν και διαιώνισαν την πολύπλευρη παρουσία τους στην περιοχή. Η ανάμειξη των ΗΠΑ, αξίζει να σημειωθεί, υπογραμμίστηκε από το γεγονός ότι η ανακοίνωση της ενδιάμεσης συμφωνίας έγινε ταυτόχρονα στις πρωτεύουσες των δύο χωρών (στην Αθήνα έξω από το σπίτι του Παπανδρέου στην οδό Αγράμπελης) από Αμερικανούς διπλωμάτες!

Κάπως έτσι πέρασαν τα χρόνια και εν τω μεταξύ η πραγματικότητα και ο χρόνος παγίωσαν τα αποτελέσματα της ελληνικής αδυναμίας να πετύχει τον στόχο που είχε θέσει, δηλαδή την μη αναγνώριση ενός κράτους που στο όνομά του θα υπάρχει η λέξη Μακεδονία ή παράγωγα του όρου. Η ήττα επισφραγίστηκε από το γεγονός ότι και η Ενδιάμεση Συμφωνία παρήγαγε έννομα αποτελέσματα επιτρέποντας σ αυτό το κράτος να αναγνωριστεί διμερώς ως Δημοκρατία της Μακεδονίας από 140 χώρες ανάμεσά τους και οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα κλπ…

Καθ όλο αυτό το διάστημα η διένεξη Αθήνας – Σκοπίων είχε ανατεθεί προς διαμεσολάβηση στο δικηγορικό γραφείου του πρώην αμερικανού ΥΠΕΞ Σάυρους Βανς συνέταιρος του οποίου είναι ο γνωστός μας Μάθιου Νίμιτς ο οποίος σποραδικά κατά καιρούς ασχολούνταν με το θέμα, ειδικά σε περιόδους που οι ελληνικές αντιρρήσεις για την αναγνώριση της ΠΓΔΜ δημιουργούσαν μικροπροβλήματα στους σχεδιασμούς των μεγάλων (ΗΠΑ- ΝΑΤΟ, Γερμανία- ΕΕ) στην περιοχή.

Κάθε φορά που εμφανίζοντας στο προσκήνιο μια νέα ελληνική κυβέρνηση οι «μεγάλοι»—κατά κύριο λόγο οι Αμερικανοί οι οποίοι είχαν εν τω μεταξύ οικοδομήσει στα σύνορα ΠΓΔΜ και Κοσσόβου σε εδάφη και των δύο προτεκτοράτων τους την μεγαλύτερη στρατιωτική τους βάση στον κόσμο— ανέσυραν από τα συρτάρια τους την εκκρεμότητα της ονομασίας και κινητοποιούσαν τη διαδικασία υπό τον Νίμιτς ο οποίος εδώ και χρόνια είχε ρίξει στο τραπέζι κάθε δυνατή λύση.

Η επισφράγιση της ήττας

Πράγματι, όπως φάνηκε και από τα έγγραφα που επιλεκτικά διάλεξε να παρουσιάσει ο Νίκος Κοτζιάς στην ομιλία του στη Βουλή κατά τη συζήτηση της πρότασης μομφής οι ελληνικές κυβερνήσεις του παρελθόντος συζήτησαν τα πάντα. Για την ακρίβεια συζήτησαν όλα όσα συνθέτουν την συμφωνία που υπέγραψαν οι κύριοι Τσίπρας και Κοτζιάς. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση ψέγει τους πρώην κυβερνώντες για υποκρισία και ενδεχομένως έχει δίκιο. Ωστόσο, οι πρώην, ότι κι αν συζήτησαν τελικά δεν υπέγραψαν. Και το σημαντικότερο, όταν ζητήθηκε από την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ ο τότε πρωθυπουργός το αρνήθηκε πριν υπάρξει οριστική λύση στο θέμα της ονομασίας και των συμπαρομαρτούντων της.

Αυτό ακριβώς που δεν κατάφεραν οι Αμερικανοί στη Σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι , δηλαδή την ελληνική συμφωνία για την εκκίνηση της ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ πριν την οριστική και τελεσίδικη επίλυση των διαφορών της με την Ελλάδα, το προσφέρει σήμερα η «αριστερή» κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ η οποία ψευδώς υποστηρίζει ότι έχει τη δυνατότητα να αναστρέψει την πορεία ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ αν τελικά η χώρα αυτή δεν μπορέσει να εκπληρώσει τους όρους της Συμφωνίας. Όσοι διπλωμάτες γνωρίζουν τις διαδικασίες λειτουργίας του ΝΑΤΟ και της ασφυκτικής πίεσης και ελέγχου που ασκούν στα όργανα της συμμαχίας οι Αμερικανοί μπορούν να διαβεβαιώσουν ότι κανείς δεν μπορεί να αναστρέψει μια πρόσκληση ένταξης εκτός βέβαια από τους ίδιους τους Αμερικανούς…

Έννομα αποτελέσματα

Το πρώτο απτό, αν όχι μοναδικό, έννομο αποτέλεσμα που παράγει η Συμφωνία Τσίπρα –Ζάεφ πριν καν την κύρωσή της είναι η ικανοποίηση ενός διακηρυγμένου και κατεπείγοντος αυτήν την περίοδο στόχου της Ουάσιγκτον: η πρόσκληση/ ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας, μαζί με τα υπόλοιπα δυτικά βαλκάνια στο ΝΑΤΟ. Αυτός ο Αμερικανικός στόχος υπαγόρευσε τις κινήσεις και κινητοποίησε με τη χρήση καρότου και μαστίγιου τις κυβερνήσεις των «ρεαλιστικών πολιτικών» Τσίπρα και Ζάεφ…

‘Εχει (και) σημειολογικό ενδιαφέρον το γεγονός ότι μια κυβέρνηση της – όπως αυτοαποκαλείται –ελληνικής ριζοσπαστικής αριστεράς η οποία ως αξιωματική αντιπολίτευση κατακεραύνωνε τους «φονιάδες των λαών» και τον «αποσταθεροποιητικό νατοικό ρόλο» να αποδεικνύεται σήμερα ως κυβέρνηση περισσότερο πειθήνια και υποτελής από προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις και πολιτικές δυνάμεις που ουδέποτε έκρυψαν ότι οι αμερικανονατοικές παρέες είναι «τιμή τους και καμάρι τους». Δεν είναι άλλωστε πρωτοφανές οι όψιμα προσαρμοσμένοι στον ρεαλισμό να γλύφουν εκεί που έφτυναν καλύτερα από τον κάθε έναν…

Τα μπράβο των ξένων

Ο ΣΥΡΙΖΑ στον συγχρωτισμό του με τους δανειστές απέδειξε την ικανότητά του να γλύφει εκεί που έφτυνε προκειμένου να συνεχίσει να υπάρχει ως κόμμα εξουσίας. Ετσι, όπως ανέλαβε να φέρει σε πέρας την βρώμικη δουλειά στο οικονομικό πεδίο κάνοντας όσα είχαν ήδη δεσμευτεί να πράξουν οι προηγούμενοι έτσι και στην υπόθεση των Σκοπίων ανέλαβε να ολοκληρώσει θεσμικά με υπογραφές και βούλες τις τελευταίες διευθετήσεις που επισφραγίζουν μια παρατεταμένη μεγαλειώδη διπλωματική ήττα της χώρας. Και η διπλωματική ήττα που επισφραγίστηκε με την Συμφωνία Τσίπα – Ζάεφ δεν είναι ότι υπάρχει ο όρος Μακεδονία στο νέο κράτος αλλά η αποδοχή των όρων- χωρίς κανένα ορατό τουλάχιστον αντάλλαγμα- της αμερικανικής «τάξης» στην περιοχή και της παραδοχής ότι αυτή η τάξη διασφαλίζει τα ελληνικά συμφέροντα και δίκαια.

Προφανώς πια, ο Αλέξης Τσίπρας αντιλήφθηκε την πλάνη της νεότητάς του, κατανόησε και θέλει να πείσει και εμάς μεταξύ άλλων ότι ο ρόλος του ΝΑΤΟ δεν είναι αποσταθεροποιητικός, όπως επίσης ότι, όπως δήλωσε σε γερμανική εφημερίδα χτες, το ΔΝΤ εξασφαλίζει εγκυρότητα στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης και πως ο πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Γεωργίου ,τον οποίον ως αντιπολίτευση κατηγορούσε για πλαστά στοιχεία που οδήγησαν στο μνημόνιο, είναι αθώος και το ελληνικό δημόσιο αν χρειαστεί θα καταθέσει υπέρ του. Με τέτοια πρόοδο ίσως ο Αλέξης Τσίπρας ψάχνει να βρει την ψήφο του ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα όταν γίνουν οι εκλογές, αλλά την υποψηφιότητα για Νόμπελ ειρήνης την έχει στο τσεπάκι…

Το Ποντίκι

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας