Απόψεις

“Νέο Πέραμα, Νοέμβρης του 2017. Επίκαιρα σχόλια” γράφει ο Δημήτρης Βύζας

Δημήτρης Βύζας

Τα πουλιά τα βρίσκει ο χάρος στο φτερό
Τα ελάφια όταν σκύβουν για νερό…..

Οι άνθρωποι ανέκαθεν προσπαθούσαν να αποφύγουν, όσο γίνεται, τους κινδύνους που κρύβει το πολύ νερό και προ πάντων η αγριεμένη βαθειά θάλασσα. Έβρισκαν τα αβαθή ή στενά περάσματα των ποταμών και θαλασσών για να περάσουν στην απέναντι όχθη.

“Του Κίτσου η μάνα κάθονταν στην άκρ(η) απ’ το ποτάμι και το πετροβολούσε: Ποτάμιμ’ για λιγόστεψε, για γύρνα λίγο πίσω για να περάσω αντίπερα.” (Για να ανταμώσει τον κλέφτη γυιό της)

Πέραμα (πέρασμα), Πόρος, Ποριά είναι συνώνυμα και μαζί με τα Δερβένια όπως και τα Δερβενάκια της ξηράς πρόσφεραν και προσφέρουν ευκολίες στον άνθρωπο, αλλα συνθέθηκαν και με μάχες, καταστροφές μέχρι και νίλες π.χ του Δράμαλη.

Το Νέο Πέραμα θα μείνει στη μνήμη μας σαν χαρακτηριστικός ελληνικός τόπος που έπαθε καταστροφικές, φονικές πλημμύρες. Για την ώρα τα ανθρώπινα θύματα έφτασαν τα εικοσιένα και οι υλικές ζημιές ανυπολόγιστες. Για το ποιός και τι έφταιξε θα ακούσουμε πάλι το συνηθισμένο: “φταίμε και εμείς φταίτε και εσείς, φταίει κι ο Χατζηπετρής” (ως συνήθης ύποπτος).

Στην περίπτωση του Νέου Περάματος η καταστροφή έφτασε από την ξηρά, από καταρακτώδη βροχή στο κοντινό βουνό, του Πατέρα.

Στην περιοχή μας, ποιος από τους παλαιότερους δεν θυμάται τους πνιγμούς ανθρώπων στον Αλιάκμονα όταν “κατέβαζε”, πρωτού να γίνουν τα φράγματα της Δ.Ε.Η; Την πλήρωναν πιο πολύ οι κάτοικοι των χωριών της Αλεξάνδρειας και των Πιερίων, οι περατ(ι)νοί όπως τους αποκαλούσαν οι βεροιωτάδες. Οι τελευταίοι πνίγονταν και όταν αδυνατούσαν να πληρώσουν το αντίτιμο του εισιτηρίου στο Σάλι, περνώντας από τα ρηχά του ποταμού που ήταν ευμετάβλητα, ή επειδή εκεί έστηναν καρτέρι στους χωριάτες οι δασοφύλακες μαζί κάθε είδους προστάτες για να ‘’γράψουν  παρανομία’’ στα φορτώματα τους.

“Το Σάλι ήταν πολλές βάρκες μαζί, δεμένες η μια δίπλα στην άλλη και πάνω τους καρφωμένες χοντρές σανίδες. Έμοιαζε σαν ένα κινούμενο γιοφύρι. Ήταν δεμένο από κάτι καρούλια, που γλυστρούσαν σ’ένα τεντωμένο συρματένιο σχοινί, χοντρό σαν τριχιά, στηριγμένο πάνω απ’ το νερό στις δυό όχθες, σε κάτι σιδερένια παλούκια μπηγμένα στα βράχια. O μπάρμπας που κουμαντάριζε αυτό το πράμα, τραβούσε με τα χέρια του το συρματένιο σχοινί σέρνοντας μαζί του ολόκληρο το πλεούμενο. Κάθε τόσο ο περαματάρης φώναζε “Στο γυρισμό νωρίς”.

Την περιγραφή πήρα από ενθύμημα του συγχωριανού συγγραφέα Λιόλιου Αργύρη.
Τότε οι Περατινοί χρειαζόταν δύο μέρες δουλειάς για να πουλήσουν ένα φορτιό ξύλα, στους δρόμους της Βέροιας. Υπήρχε ολοφάνερη “φτώχεια μέχρι το λαιμό”, που λέμε.

Σημείωση: Στην Κατοχή η γέφυρα ανατινάχτηκε. Ήταν πόλεμος.

Βέροια 22/11/2017.  Φιλικά    ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ. ΒΥΖΑΣ

 

banner-article

Ροη ειδήσεων