Απόψεις Κοινωνία Πολιτική

“Συρρικνώνεται, αλλά δεν καταρρέει ο ΣΥΡΙΖΑ” γράφει ο Σταύρος Λυγερός

H τακτική του Κυριάκου Μητσοτάκη να ανατρέψει την κυβέρνηση με “γιουρούσι”, προκαλώντας πρόωρες εκλογές, δεν είχε προϋποθέσεις επιτυχίας και τα γεγονότα το αποδεικνύουν. Η συμμαχική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ χάνει πολύ εκλογικό έδαφος, αλλά δεν καταρρέει.

Οι πολίτες είναι σε συντριπτικό βαθμό δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν είναι πλειοψηφία όσοι θέλουν εκλογές τώρα. Η διαπίστωση αυτή, που με μικρές διαφοροποιήσεις καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, σκιαγραφεί μία ασταθή πολιτική ισορροπία.

Η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών, που δυσφορεί και παίρνει αποστάσεις από την κυβέρνηση Τσίπρα, προς το παρόν τουλάχιστον δεν επιδιώκει την άμεση ανατροπή της, επειδή δεν βλέπει πραγματικά εναλλακτική πολιτική λύση.

Η βασική αιτία της διάχυτης κοινωνικής δυσαρέσκειας είναι τα αλλεπάλληλα επώδυνα μνημονιακά μέτρα (περικοπές, υπερφορολόγηση, πλειστηριασμοί κλπ). Πέρα από την οργή τους για τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση, οι πολίτες θεωρούν πως η επάνοδος των “γαλάζιων” στην εξουσία δεν θα άλλαζε ουσιαστικά τα πράγματα. Κρίνοντας και από το πρόσφατο παρελθόν και από τις διακηρύξεις του Μητσοτάκη θεωρούν ότι μία κυβέρνηση με κορμό τη ΝΔ θα συνέχιζε να βαδίζει στο ίδιο μνημονιακό μονοπάτι.

Ένας δεύτερος λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταρρέει είναι ότι πάντα υπάρχει ένας παράγοντας αδράνειας στην εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων του, παρότι η πολιτική σχέση που έχουν μαζί του οι κεντροαριστεροί είναι σχετικά χαλαρή. Όσοι λόγω των Μνημονίων είχαν πάρει αποστάσεις από το ΠΑΣΟΚ, είναι τώρα από δυσαρεστημένοι έως εξοργισμένοι με την κυβέρνηση Τσίπρα.

Κατά κανόνα, όμως, δεν επιστρέφουν εκλογικά στο παλιό κόμμα τους. Επειδή, μάλιστα, δεν βλέπουν να υπάρχει αξιόπιστη αντιμνημονιακή πολιτική δύναμη, βρίσκονται σε μία κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού.

Η ιδιότυπη αυτή πολιτική ατμόσφαιρα εκ των πραγμάτων δίνει χρόνο στην κυβέρνηση. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η προσδοκία της αγοράς ότι μετά και την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, η επικράτηση κλίματος πολιτικής σταθερότητας και ηρεμίας θα δώσει μία ανάσα στη δοκιμαζόμενη πραγματική οικονομία.

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, δεν έχει περιθώρια επιτυχίας η τακτική της ΝΔ που πιέζει για πρόωρες εκλογές, προσπαθώντας να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση. Υπενθυμίζουμε ότι από τα πρώτα βήματά του στην ηγεσία ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ουσιαστικά υιοθετήσει τη γραμμή της “αριστερής παρένθεσης”. Είχαν ποντάρει στην εκτίμηση πως το ευρωιερατείο θα έβαζε τρικλοποδιά στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Το γεγονός, όμως, ότι η κυβέρνηση έχει τραυματισθεί και ότι ο ορίζοντάς της είναι σκοτεινός δεν σημαίνει πως είναι ετοιμόρροπη. Με το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης αγοράζει πολιτικό χρόνο. Το πόσο χρόνο θα αγοράσει θα εξαρτηθεί από τη συνοχή και την αντοχή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας των 153, η οποία, προς το παρόν, δείχνει ότι αντέχει.

Ευρωιερατείο και ΣΥΡΙΖΑ

Όπως αποδεικνύεται και από τα γεγονότα, οι του ευρωιερατείου δεν θέλουν να εξωθήσουν τα πράγματα στα άκρα. Έχουν πεισθεί ότι η κυβέρνηση Τσίπρα είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει το 3ο Μνημόνιο, επειδή θεωρεί ότι μόνο με φυγή προς τα εμπρός έχει ελπίδες να σταθεροποιηθεί στην εξουσία. Πιστεύουν ότι αυτή η επιλογή του Έλληνα πρωθυπουργού τους φέρνει σ’ αυτή τη φάση στην ίδια πλευρά.

Από αυτή την άποψη, θεωρούν ότι έτσι όπως τελικώς διαμορφώθηκαν τα πράγματα (μετά το δημοψήφισμα, μετά την υπογραφή του 3ου Μνημονίου, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 και μετά το έστω και καθυστερημένο κλείσιμο των αξιολογήσεων), ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο καταλληλότερος να φέρει σε πέρας τη δύσκολη αυτή αποστολή. Γι’ αυτό και όσο θα εφαρμόζει το 3ο Μνημόνιο τόσο θα συνεχίζονται οι έπαινοι για τη στροφή του προς τον “ρεαλισμό”.

Ακόμα και στο Βερολίνο τον προτιμούν σ’ αυτή τη φάση.

  • Πρώτον, επειδή θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καλύτερες πολιτικές προϋποθέσεις για να περνάει τα πακέτο των επώδυνων μέτρων, χωρίς ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις.

  • Δεύτερον, επειδή έτσι εδραιώνεται στην ελληνική κοινή γνώμη ότι το δόγμα ότι το Μνημόνιο είναι μονόδρομος. Γι’ αυτό και ο Σόιμπλε έφθασε προ μηνών στο σημείο να δηλώσει πως τον εμπιστεύεται.

Εκτός αυτού, η Ευρωζώνη είναι αντιμέτωπη με μείζονος σημασίας πολιτικές προκλήσεις και δεν έχει συμφέρον να αναζωπυρώσει την ελληνική κρίση. Καταλυτικό ρόλο έπαιξε το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος. Το Brexit ήταν το αποκορύφωμα των εκδηλώσεων αμφισβήτησης του ενοποιητικού οικοδομήματος.

Μετά τους αρχικούς λεονταρισμούς, το ευρωιερατείο υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την αλαζονεία του και να ομολογήσει ότι “κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας”. Μπορεί στη Γαλλία ο Μακρόν να εξελέγη με μεγάλη διαφορά, αλλά είναι ξκυρίως η αρνητική ψηφός προς τη Λεπέν που του χάρισε το 66%.

Το ευρωιερατείο δεν επιθυμεί να τραβήξει το σκοινί με την Ελλάδα και λόγω της προσφυγικής-μεταναστευτικής κρίσης. Ο Αλέξης Τσίπρας έβαλε πλάτη για την πολιτική της Άνγκελα Μέρκελ και του Ζαν Κλωντ Γιούνκερ.

Το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα η Ελλάδα αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα με τον εγκλωβισμό ενός μεγάλου πλήθους προσφύγων-μεταναστών. Αν και επισήμως κανείς δεν συνδέει την προσφυγική-μεταναστευτική κρίση με την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου, είναι κοινό μυστικό ότι κατά μία έννοια διασυνδέονται.

Για όλους αυτούς τους λόγους, ακόμα και οι σκληροπυρηνικοί στο ευρωιερατείο θεωρούν ότι ναι μεν πρέπει να πιεσθεί η κυβέρνηση Τσίπρα για να εφαρμόσει τις μνημονιακές δεσμεύσεις, αλλά όχι να προκαλέσουν την αποσταθεροποίησή της. Πολύ περισσότερο τώρα, που η Τουρκία έχει πάρει κάποιες αποστάσεις από τη Δύση.

“Οι εκλεκτοί της ιστορίας”

Ο μόνος τρόπος για να ανατραπεί η κυβέρνηση είναι να χάσει τη δεδηλωμένη. Οι 153, όμως, έχουν επιδείξει αντοχή. Υπερψήφισαν επώδυνα νομοσχέδια που κινούνται στον αντίποδα των ιδεολογικοπολιτικών αντιλήψεών τους.

Προφανώς, παίζει ρόλο η διατήρηση των βουλευτικών προνομίων ειδικά σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Εκτός αυτού, όμως, οι συμπολιτευόμενοι βουλευτές έχουν πείσει τον εαυτό τους πως πρέπει να πιουν το πικρό ποτήρι για να “σώσουν” τη χώρα. Στην Αριστερά, άλλωστε, πιστεύουν πως είναι “οι εκλεκτοί της ιστορίας” και πως χρειάζονται προσωπικές θυσίες για να επιβιώσει η πρώτη αριστερή κυβέρνηση από τις επιθέσεις της ολιγαρχίας.

Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πείσει τους εαυτούς τους πως εάν υποκύψουν στις αριστερές ευαισθησίες τους και καταψηφίσουν θα παίξουν το παιχνίδι των αντιπάλων τους που επιδιώκουν την ανατροπή της κυβέρνησης. Με τον τρόπο αυτό οι βουλευτές συμβιβάζουν το προσωπικό μικροσυμφέρον με την ανάγκη τους να νοιώθουν ότι επιτελούν υψηλή πολιτική αποστολή.

Τα πρόσθετα μέτρα για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης είναι μία δοκιμασία για την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Παρόλα αυτά, ούτε και εδώ φαίνεται πως θα σκοντάψει η κυβέρνηση. Η απώλεια της εξουσίας είναι πικρή για όλους και τα παιδιά της Κουμουνδούρου δεν αποτελούν εξαίρεση.

Δεν είναι μόνο ο Τσίπρας και οι υπουργοί του που θέλουν να παραμείνουν στους θώκους τους. Ένας ολόκληρος κομματικός μικρόκοσμος έχει καλομάθει πλέον στους ρόλους και στα μεγαλύτερα ή μικρότερα προνόμια που παρέχει μία θέση στην πυραμίδα της εξουσίας.

Η «παράφρων» μεταβλητή της κοινωνικής έκρηξης

Η συνοχή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας θα υποστεί ρήγματα μόνο εάν προκύψει εκτεταμένη κοινωνική αναταραχή. Τότε, το ιδεολογικό σχήμα που σήμερα κρατάει σε ισορροπία τους συμπολιτευόμενους βουλευτές θα σπάσει. Είναι πιθανή μία τέτοια εξέλιξη; Κανείς δεν μπορεί να την προεξοφλήσει, αλλά και κανείς δεν μπορεί να την αποκλείσει.

Σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, σήμερα υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά. Από το 2012 μέχρι το 2015, παρότι εφαρμόσθηκαν επώδυνα μέτρα, δεν εκδηλώθηκαν αξιόλογες κοινωνικές αντιδράσεις.

Τότε, όμως, τα πληττόμενα μικρομεσαία στρώματα ήλπιζαν πως στις επόμενες εκλογές θα έφερναν με την ψήφο τους τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και αυτός θα τερμάτιζε τις μνημονιακές πολιτικές. Γι’ αυτό και έκαναν υπομονή, προσδοκώντας να λύσουν το πρόβλημά τους με την ψήφο τους.

Ο Αλέξης Τσίπρας έγινε πράγματι πρωθυπουργός και μέσα από τη γνωστή διαδρομή εφαρμόζει το 3ο Μνημόνιο. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η ελπίδα για μία δημοκρατική διέξοδο από το μνημονιακό τούνελ διαψεύσθηκε. Χωρίς αυτή την ελπίδα, τα ολοένα και περισσότερα μικρομεσαία νοικοκυριά που δεν μπορούν να επιβιώσουν, καθίστανται δυνάμει εκρηκτική κοινωνική ύλη.

Οι πλειστηριασμοί περιουσιακών στοιχείων που προσεχώς θα προσλαμβάνουν διαστάσεις αναπόφευκτα θα παροξύνουν το κλίμα. Τα πράγματα θα γίνουν ακόμα χειρότερα εάν, ως αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης και της απουσίας ρευστότητας από την αγορά.

Το κοινωνικό τοπίο καθίσταται ολοένα και πιο εύφλεκτο. Προς το παρόν οι μικρομεσαίοι αγωνίζονται με νύχια και με δόντια να κρατήσουν το κεφάλι έξω από το νερό, αλλά η ιστορία μας διδάσκει πως σε τέτοιες περιόδους ακόμα και ένα σχετικά ασήμαντο περιστατικό είναι ικανό να πυροδοτήσει ανεξέλεγκτες εξελίξεις.

Το αφήγημα της ανάκαμψης

Το κεντρικό επιχείρημα της κυβέρνησης και προς τους βουλευτές, που έχουν ψηφίσει επώδυνα νομοσχέδια και θα κληθούν να ψηφίσουν και άλλα, είναι ότι έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για την ελάφρυνση του χρέους και κατ’ επέκτασιν για την ανάκαμψη της οικονομίας. Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός έχει καταστήσει βασικό πολιτικό εργαλείο την προσδοκία της ελάφρυνσης του χρέους.

Εκτός αυτού προβάλουν το επιχείρημα ότι με το κλείσιμο και της 2ης αξιολόγησης θα περιορισθεί δραστικά το κλίμα της αβεβαιότητας, γεγονός που θα δώσει μία ώθηση στην αγορά. Προς την ίδια κατεύθυνση θα λειτουργήσει και η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς και στο πακέτο Γιούνκερ.

Ελπίζουν, λοιπόν, ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα υπερκερασθούν οι υφεσιακές συνέπειες από το νέο κύμα περικοπών και φορολόγησης που έρχεται να επιβαρύνει τις ήδη εξαντλημένες από την πολυετή λιτότητα επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Προς το παρόν, όμως, η οικονομία σέρνεται και η αγορά στενάζει.

Στο Μαξίμου έχουν συνειδητοποιήσει ότι ακόμα και εάν ισχύσει το αισιόδοξο σενάριο για την πορεία της οικονομίας, τα τραύματα στην κοινωνία είναι τόσα πολλά και τόσο βαθιά που δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε άμεση πολιτικοεκλογική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ.

Το μόνο ισχυρό χαρτί άμεσης πολιτικής απόδοσης που στην πραγματικότητα είχε απομείνει στον πρωθυπουργό ήταν το χαρτί του πολέμου εναντίον της διαπλοκής-διαφθοράς. Στις δυσμενείς συνθήκες ήταν ένα είδος φυγής προς τα εμπρός.

Πράγματι, ακόμα και πολίτες που δεν ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσαν πως η σημερινή κυβέρνηση ήταν η μόνη που μπορούσε να σπάσει το σπυρί της κλεπτοκρατίας και της διαπλοκής, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ, ως μικρό κόμμα, δεν είχε ανάμιξη σ’ αυτό το πάρτι.

Η προσδοκία αυτή ήταν ένα είδος πολιτικού κεφαλαίου. Ειδικά όταν και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ αμφισβητούν έντονα την ικανότητα της κυβέρνησης να χειρισθεί αποτελεσματικά άλλα κρίσιμα προβλήματα, όπως το οικονομικό και το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Αλλά και σ’ αυτό το μέτωπο, η κυβέρνηση έδειχνε να προτιμάει τα μικρά και επιλεκτικά βήματα, γεγονός που, σε συνδυασμό με ορισμένους χειρισμούς, έχει ροκανίσει το ηθικό πλεονέκτημά της.

Σύσσωμη σχεδόν η αντιπολίτευση καταγγέλλει τον πρωθυπουργό πως ενώ έχει κηρύξει σταυροφορία εναντίον της διαπλοκής, την ίδια στιγμή προσπαθεί να φτιάξει τη δική του διαπλοκή. Η κυβέρνηση Τσίπρα κατηγορείται ευθέως ότι οικοδομεί το δικό της αντιδημοκρατικό καθεστώς. Η υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών έδωσε το έναυσμα για να κλιμακωθεί και να παροξυνθεί αυτή η επικοινωνιακή αντεπίθεση, η οποία βρίσκει ολοένα και περισσότερα ευήκοα ώτα στην δοκιμαζόμενη από τη λιτότητα κοινωνία.

stavroslygeros.gr

banner-article

Ροη ειδήσεων