Απόψεις Παιδεία

“Προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. 3 σημεία εκπαιδευτικής πολιτικής” του Στέργιου Καλπάκη

Ομιλία στο εργαστήριο (workshop) «Παιδεία – Πολιτισμός – Αθλητισμός» στην Πανελλαδική Προγραμματική Συνδιάσκεψη της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, 14-15 Μαΐου 2016.

 

  1. Πρώτοι στις συντάξεις, τελευταίοι στην παιδεία.

Όσοι θέλουν να αποφύγουν τη συζήτηση για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα συνηθίζουν να ρίχνουν όλο το βάρος της επιχειρηματολογίας τους στο ζήτημα της υποχρηματοδότησης. Εμείς ορθώς δεν υιοθετούμε αυτό το  απλοϊκό σχήμα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να προβληματιστούμε πολύ σοβαρά για το γεγονός ότι εδώ και δεκαετίες η χώρα διαθέτει στην εκπαίδευση αναλογικά το μικρότερο ποσοστό επί των κρατικών δαπανών, σε σχέση με όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί σε ποια θέση βρίσκεται η χώρα μας σε έρευνες για τις επιδόσεις της στην εκπαίδευση σε σχέση με τους πόρους που διατίθενται και τα εκπαιδευτικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που αναμένεται να αποδώσει το εκπαιδευτικό σύστημα;

Στο πρώτο σημείο λοιπόν, συνδέω τη συζήτηση με τις συζητήσεις για το κράτος παροχής ποιοτικών υπηρεσιών αλλά και για τη διαμόρφωση της διακήρυξης, με τη διαπίστωσή μου ότι έξι χρόνια μετά την κατάρρευση του προ μνημονίων μοντέλου, ακόμη δεν έχουμε αναθεωρήσει ως κοινωνία τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε τους κάθε φορά υπάρχοντες πόρους, στην κατεύθυνση της μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων μέσα από ένα κράτος που θα παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες και όχι επιδόματα σε ομάδες με ισχυρή επιρροή στο πολιτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να καταγραφόμαστε σήμερα πρώτοι στη συνταξιοδοτική δαπάνη, από τους τελευταίους όμως στις κρατικές δαπάνες για την παιδεία.

  1. Προσλήψεις Εκπαιδευτικών: Η νέα γενιά στο περιθώριο;

Δεύτερον, όσον αφορά το ανθρώπινο δυναμικό και συγκεκριμένα το ζήτημα των προσλήψεων εκπαιδευτικών, οι μεταρρυθμίσεις που στο παρελθόν εισήγαγαν ένα αξιοκρατικό σύστημα προσλήψεων μέσω του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ στηρίζονταν στην παραδοχή ότι όταν οι προσφερόμενες θέσεις είναι λιγότερες από τη ζήτηση τότε ένα σύστημα επετηρίδας χάνει το νόημά του, αφού κανείς δε θα ενδιαφερόταν να συμμετάσχει σε μια λίστα αναμονής δεκαετιών. Βέβαια, υπό την πίεση των συνδικάτων και λόγω των αυξημένων αναγκών σε προσωπικό, κυρίως στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, κάθε τόσο υπήρχαν ρυθμίσεις που διατηρούσαν σε ένα βαθμό το καθεστώς της επετηρίδας.

Σήμερα θα συμφωνήσουμε με τον Υπουργό Παιδείας ότι πρέπει να σπάσει ο κύκλος της αδιοριστίας στην εκπαίδευση. Παρατηρούμε όμως τελευταία, με αφορμή τη συζήτηση για τους μόνιμους διορισμούς και τις διαμαρτυρίες των αναπληρωτών για το σχέδιο διάταξης προσλήψεών τους, να διαμορφώνεται μια συμμαχία μεταξύ των συνδικάτων των εκπαιδευτικών, των αναπληρωτών εκπαιδευτικών και της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας που θέλει να λύσει το ζήτημα της αδιοριστίας παρακάμπτοντας (ή καταργώντας για τους πιο ριζοσπάστες) τις διατάξεις του Ν. 3848/2010, ώστε να πραγματοποιηθούν μόνιμοι διορισμοί χωρίς διαγωνισμό αλλά με βάση την προϋπηρεσία και άλλα κριτήρια, ακαδημαϊκά και κοινωνικά, βάζοντας ουσιαστικά την επετηρίδα από το παράθυρο. Οι στοχεύσεις αυτές στερούν από χιλιάδες απόφοιτους χωρίς προϋπηρεσία ή με μικρή προϋπηρεσία το δικαίωμα να διεκδικήσουν μια θέση εργασίας πάνω στο αντικείμενο σπουδών τους. Φυσικά όλα αυτά συμβαίνουν με αγωνιστική και ενίοτε αντικαπιταλιστική επένδυση.

Η Δημοκρατική Συμπαράταξη οφείλει να αναδείξει σε νέους ανθρώπους που επιθυμούν να διεκδικήσουν μια θέση εργασίας στην εκπαίδευση, αλλά τα παραπάνω σχέδια τους αφήνουν εκτός, τη θέση της ότι: «Οι διορισμοί και οι προσλήψεις γίνονται από ενιαίους πίνακες που συντάσσονται με βάση αντικειμενικά κριτήρια (βαθμολογία από διαγωνισμό ΑΣΕΠ, διδακτική προϋπηρεσία, ακαδημαϊκοί τίτλοι και κοινωνικά κριτήρια). Η προϋπηρεσία δεν πρέπει να ακυρώνει τα υπόλοιπα κριτήρια. Άμεση προκήρυξη νέου διαγωνισμού του ΑΣΕΠ.» και να αγωνιστεί μαζί τους για ένα διαφανές και αξιοκρατικό σύστημα στελέχωσης του εκπαιδευτικού συστήματος.

main_1463294854_4754358

  1. Πρακτική άσκηση υποψήφιων εκπαιδευτικών: 100 χρόνια μετά το Γληνό τι έχει αλλάξει;

Ζήτημα που συνδέεται με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών αλλά και τις προσλήψεις αποτελεί η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών. Όταν το 1929 εισήχθη στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ο θεσμός των Πειραματικών Σχολείων, ο Δημήτρης Γληνός διαφώνησε με την εξάμηνη διάρκεια της πρακτικής άσκησης των υποψήφιων εκπαιδευτικών επισημαίνοντας ότι δεν ήταν αρκετό χρονικό διάστημα. Αλήθεια, έναν αιώνα μετά, ποσό μακριά βρισκόμαστε από αυτούς τους προβληματισμούς, όταν πολλοί απόφοιτοι των καθηγητικών σχολών συνήθως δεν καταγράφουν ούτε μία ώρα πρακτικής, ενώ και η πρακτική των δασκάλων περιορίζεται με τη σειρά της;

Αυτή τη στιγμή η πρακτική άσκηση είναι προσανατολισμένη στην προετοιμασία ενός εκπαιδευτικού ως αποδέκτη και εκτελεστή οδηγιών, είναι ανεπαρκής στην επιστημονική και στην παιδαγωγική κατάρτιση των υποψήφιων εκπαιδευτικών και χαρακτηρίζεται από ελλιπή σύνδεση θεωρίας και πράξης.

Η θέση της γνώσης στη σύγχρονη εποχή μεταβάλλεται, παύει να είναι αποκλειστικά ένα εργαλείο των αρχών και δοκιμάζει την ανοχή της κοινωνίας στο διαφορετικό και στο ανεξάντλητο. Η υπέρβαση λοιπόν του μοντέλου μετάδοσης της γνώσης, όπως το γνωρίζαμε, αναδεικνύει την αναγκαιότητα να διαμορφωθούν τα κατάλληλα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα που θα ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα, ενώ ταυτόχρονα η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και η εμπλοκή της σε όλες της πτυχές της καθημερινής ζωής των σύγχρονων ανθρώπων, από την εργασία και γενικότερα την οικονομία, έως την επικοινωνία και την ψυχαγωγία, πέρα από το γεγονός ότι συμβάλει στη διαμόρφωση νέων ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων, θέτει ζητήματα πρόσβασης στην πληροφορία αλλά και ζητήματα διαχείρισης του τεράστιου όγκου πληροφοριών, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα καινούργιο πεδίο ανισοτήτων και αποκλεισμών. Όσο η σχέση ανάμεσα στις πληροφορίες και στη γνώση αλλάζει και με δεδομένο ότι η εκπαίδευση συμβάλλει στο περιορισμό των ανισοτήτων, είναι αναγκαία η προσαρμογή της εκπαιδευτικής διαδικασίας στα νέα δεδομένα με το σχεδιασμό σύγχρονων εκπαιδευτικών μοντέλων, ώστε να προετοιμάζονται οι μαθητές προκειμένου να σταθούν κριτικά μέσα στον νέο ψηφιακό κόσμο που απλώνεται μπροστά τους.

Επομένως, πέρα από τις επιμέρους παρεμβάσεις στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών είναι απαραίτητο να αλλάξει ο γενικότερος προσανατολισμός της. Είναι λοιπόν αναγκαία η μετάβαση από το μοντέλο του εντολοδόχου, στο μοντέλου του «κριτικού», του «στοχαζόμενου» εκπαιδευτικού.

Στέργιος Καλπάκης

Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς

banner-article

Ροη ειδήσεων